Γιατί μία χώρα με ελάχιστα καταγεγραμμένα κρούσματα και ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά θανάτων ανά κάτοικο από τον κορονοϊό να αρχίσει να κυβερνάται με πρωθυπουργικά διατάγματα, κλείνοντας το κοινοβούλιο; Φυσικά, δεν υπαινισσόμαστε ότι η διακυβέρνηση δια διαταγμάτων δικαιολογείται σε χώρες με αυξημένα κρούσματα και θανάτους, όμως το ερώτημα είναι ακόμα πιο εκκωφαντικό σε περιπτώσεις όπως της Ουγγαρίας. Ο πρωθυπουργός της, Βίκτορ Ορμπάν, έφερε στο κοινοβούλιο πρόταση αναστολής της λειτουργίας του και περάσματος σχεδόν όλων των εξουσιών στο πρόσωπό του, καθώς έτσι ισχυρίζεται ότι επιτάσσει η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης στην οποία έχει τεθεί η χώρα από τις 11 Μαρτίου.
Μάλιστα, δύο ακόμη νόμοι που ετοιμάζονται θα δημιουργήσουν μια κατάσταση ασφυκτικού ελέγχου της πολιτικής και κοινωνικής ζωής στη χώρα. Ο πρώτος θα επιβάλλει ποινές έως και οκταετούς κάθειρξης σε ανθρώπους που σπάνε την καραντίνα, ενώ σύμφωνα με τον δεύτερο, οποιαδήποτε διασπορά ψευδών ειδήσεων σε σχέση με τον ιό ή την κατάσταση έκτακτης ανάγκης θα επιφέρει ποινή τριετούς κάθειρξης.
Πίσω από τη δήθεν ευαισθησία για την προστασία του κοινού, το σύνολο αυτών των τομών θα σημάνει πρακτικά την απόλυτη σίγαση κάθε κριτικής φωνής και κάθε δυνατότητας ελέγχου και αντίδρασης απέναντι σε έναν πρωθυπουργό που θα αποφασίζει και θα διατάσσει. Αν, μάλιστα, λάβουμε υπόψη πρόσφατα δημοσιεύματα που υπολογίζουν την κορύφωση της επιδημίας στην Ουγγαρία κατά τον μήνα Ιούνιο, αντιλαμβανόμαστε ότι η «προσωρινότητα» αυτών των μέτρων είναι σχετική. Η αντιπολίτευση στην Ουγγαρία έχει καταφέρει μέχρι τώρα να καθυστερήσει τον Ορμπάν, ο οποίος δέχεται έντονη κριτική και από θεσμικούς παράγοντες, όπως η ΕΕ και το Συμβούλιο της Ευρώπης, στα πλαίσια του υπαρκτού ρήγματος στις σχέσεις Βουδαπέστης και Βρυξελλών εδώ και χρόνια. Ωστόσο, η θεσμική και κοινοβουλευτική πίεση δεν μπορεί να αποτρέψει τον Ούγγρο πρωθυπουργό, ο οποίος δηλώνει αποφασισμένος, ισχυριζόμενος ότι το μόνο που χρειάζεται είναι «133 γενναίοι άνθρωποι» για να βάλει την κοινοβουλευτική σφραγίδα στο πραξικόπημά του.
Όμως, αν ο Ορμπάν αποτελεί το «κακό παιδί» της ΕΕ, η κατακραυγή εναντίον του είναι σε μεγάλο βαθμό υποκριτική. Όλο και περισσότερα κράτη στον κόσμο, άλλωστε, προχωρούν σε αντιλαϊκά, αντεργατικά μέτρα, με τον στρατό και την αστυνομία στον δρόμο και τους πολίτες σε ένα καθεστώς απόλυτου ελέγχου της ζωής τους. Και το ερώτημα παραμένει: Γίνονται όλα αυτά για το καλό μας;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου