Αν και τα γραπτά πάντα έχουν την αξία τους, η πράξη αποτελεί τη μέγιστη επιβεβαίωσή τους ή την απόρριψή τους. Η κυβέρνηση της ΝΔ προσπαθεί να είναι συνεπής με το προεκλογικό της πρόγραμμα και εξαπολύει επίθεση fast track στις εργατικές κατακτήσεις, επαναφέροντας το ιδεολόγημα της καπιταλιστικής «ανάπτυξης».
Σε αυτό έχει σύμμαχο τον πολιτικό συσχετισμό που δημιούργησαν οι τελευταίες εκλογές και οι σοσιαλ-νεοφιλελεύθερες μνημονιακές πολιτικές της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Αναμετρήθηκαν δύο διλήμματα του ίδιου στρατοπέδου και απέσπασαν το 72% περίπου του εκλογικού σώματος: το ΤΙΝΑ του ΣΥΡΙΖΑ για «φιλολαϊκή» δήθεν διαχείριση των μνημονίων, και το ΤΙΝΑ της ΝΔ για μια «γρήγορη» αναπτυξιακή διαχείριση της μνημονιακής κανονικότητας που παρέδωσε η προηγούμενη κυβέρνηση.
Πεμπτουσία της κυβερνητικής πολιτικής αποτελεί η λεγόμενη «ανάπτυξη» μέσα από επενδύσεις κυρίως στη γη (υποδομές, υπηρεσίες, οικοδομές, εξορύξεις, τουρισμός, Ελληνικό, real estate) και η ανάπτυξη των δικτύων μεταφορών, επικοινωνιών, ενέργειας και η ιδιωτικοποίηση των πάντων.
Η διευκόλυνση με κάθε μέσο των επενδύσεων και της επιχειρηματικότητας ταυτίζεται στην ιδεολογία και στην πρακτική της ΝΔ με την απομείωση και την κατάργηση των εργατικών δικαιωμάτων και της όποιας προστασίας της εργασίας.
Η νεοφιλελεύθερη πολιτική αποτελεί μονόδρομο σε όλες της χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και «καλή» πρακτική όλων των κυβερνήσεων ανεξάρτητα από την πολιτική τους τοποθέτηση. Βασικοί πυλώνες αυτού του άτυπου οικονομικού «συντάγματος» αποτελούν οι ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί, τα μηδενικά ελλείμματα και τα πλεονάσματα στους εθνικούς προϋπολογισμούς που επιτυγχάνονται με σκληρές, βίαιες πολιτικές λιτότητας, καταστολή και κατάργηση των κοινωνικών δικαιωμάτων.
Με αυτό τον τρόπο επιχειρούν κυβερνήσεις και καπιταλιστές να ξεπεράσουν την καπιταλιστική κρίση του 2008 και να αντιμετωπίσουν τη νέα που έρχεται, όπως δείχνουν όλα τα οικονομικά στοιχεία και οι ενδοκαπιταλιστικοί-ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί. Στην χώρα μας που έχει τα χαρακτηριστικά μιας πτωχευμένης χώρας σε επιτήρηση αυτό έλαβε τη μορφή των μνημονίων και της βίαιης ανακατανομής πλούτου και ισχύος σε βάρος της μισθωτής εργασίας και των μικροαστικών στρωμάτων.
Στο αναπτυξιακό νομοσχέδιο περιλαμβάνονται άρθρα που εντείνουν την εκμετάλλευση της εργασίας και επιχειρούν να καταστήσουν αδύνατη τη συλλογική αγωνιστική διεκδίκηση των εργατοϋπαλλήλων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.
Τα όσα προβλέπει το νομοσχέδιο για τα Πρωτοβάθμια Σωματεία και τη λειτουργία τους αποτελούν θεσμική αντιδραστική παρέμβαση στο νόμο 1264 και αφορούν το ίδιο όλους τους εργαζόμενους και τα σωματεία τους στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα. Πρώτη η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έκανε αναθεώρηση-τομή στον 1264 με τον αντιαπεργιακό νόμο Αχτσιόχλου που καθιέρωσε ως προϋπόθεση για την κήρυξη απεργίας την παρουσία και τη συμφωνία του 50% συν 1 των οικονομικά τακτοποιημένων μελών ενός σωματείου.
Η κυβέρνηση υλοποιώντας τις απαιτήσεις ΣΕΒ, δανειστών και ΕΕ επιχειρεί να νομοθετήσει με το ηλεκτρονικό μητρώο το φακέλωμα συνδικαλιστών και συνδικάτων. Θέλει να ενισχύσει τον εργοδοτικό και κυβερνητικό έλεγχο στη λειτουργία και στις αποφάσεις τους. Επιδιώκει να καταργήσει το δικαίωμα στην απεργία στα Πρωτοβάθμια Σωματεία με την καθιέρωση ηλεκτρονικής ψηφοφορίας για τη λήψη απόφασης και να υπονομεύσει τις συλλογικές διαδικασίες και συνελεύσεις. Μαζί με το 50% συν 1 της Αχτσιόχλου θέλει να καταστήσει αδύνατη ακόμη και τη σκέψη για απεργιακές κινητοποιήσεις. Οι όροι και οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της ρύθμισης μπορεί να γίνουν με απόφαση του… υπουργού εργασίας!
Οι ρυθμίσεις της ΝΔ αφορούν πρωτίστως τα Πρωτοβάθμια Σωματεία. Δεν τους φτάνει ότι το 99% των απεργιών που προκηρύσσονταν μέχρι τώρα κρίνονταν στα δικαστήρια παράνομες και καταχρηστικές. Παράνομη και καταχρηστική θέλουν να καταστήσουν ακόμη και τη σκέψη για απεργία. Δε φοβούνται φυσικά την «Κοινωνική Συμμαχία» των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ και τον αστικοποιημένο συνδικαλισμό σε σωματεία και ομοσπονδίες.
Κυβέρνηση και εργοδοσία δεν παρεμβαίνουν μόνο στην λειτουργία και στον έλεγχο των σωματείων αλλά και στην τιμή του εμπορεύματος που λέγεται εργασία, ορίζοντας την αξία του μέσα από τις ρυθμίσεις για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
Προβλέπεται αναστολή της εφαρμογής τους σε πλήθος περιπτώσεων εταιριών με οικονομικά προβλήματα (πτωχευτικά δανειακά κ.α. – 60% δυνητικά των επιχειρήσεων) και σε ολόκληρες γεωγραφικές ενότητες, με την καθιέρωση Ειδικών Οικονομικών Ζωνών, καθώς και η υπερίσχυση της επιχειρησιακής έναντι της κλαδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας.
Ο υπουργός Εργασίας με εξουσίες «μονάρχη» έχει τη δυνατότητα να «εξειδικεύει κριτήρια και να καθορίζει όρους συλλογικών συμβάσεων που εξαιρούνται» καταργώντας την υποχρεωτικότητα. Και με τον νόμο αποκτά εξουσίες που οδηγούν στην αυθαίρετη και την κατά το δοκούν διασταλτική εφαρμογή των ΣΣΕ. Μιλάμε πλέον,όπου θα εφαρμόζονται, για ΣΣΕ αλά καρτ.
Τα σχεδιαζόμενα μέτρα επεκτείνουν την ελαστική εργασία, με τη «δυνατότητα» εργαζόμενος και εργοδότης να «συμφωνούν» σε μετατροπή της πλήρους απασχόλησης σε μερική ή σε κάθε μορφή εκ περιτροπής για ορισμένο ή αόριστο χρόνο.
Η μονομερής προσφυγή στη διαιτησία για την επίλυση εργατικών διαφορών καταργείται. Για την προσφυγή σε αυτήν θα απαιτείται και η συμφωνία του εργοδότη εκτός κάποιων ελάχιστων περιπτώσεων που εξαιρούνται!
Τα επενδυτικά σχέδια αντιμετωπίζονται στο όνομα της πάταξης της γραφειοκρατίας πιο χαλαρά και ελέγχονται εκ των υστέρων αν τηρούν τις προϋποθέσεις του νόμου, ενώ για πρώτη φορά καθιερώνονται πειθαρχικές ποινές για τους δημοσίους υπαλλήλους που καθυστερούν πέρα των 2 μηνών για γνωμοδοτήσεις σχετικά με την πραγματοποίηση επενδύσεων!
Στα άρθρα του νομοσχεδίου προβλέπεται η ιδιωτικοποίηση των δημόσιων ελεγκτικών μηχανισμών και κυρίως του έργου τους με την παραχώρηση δικαιωμάτων πιστοποίησης σε ιδιώτες (τράπεζες εταιρίες κ.α.), επιφέροντας νέο πλήγμα στην επίβλεψη από τις δημόσιες υπηρεσίες των περιβαλλοντικών, οικονομικών και άλλων όρων, με αρνητικές συνέπειες στη προστασία του περιβάλλοντος, στην υγειινή και ασφάλεια.
Οι αντεργατικές ρυθμίσεις της ΝΔ συνέχεια των αντίστοιχων του ΣΥΡΙΖΑ εκφράζουν τη στρατηγική του κεφαλαίου για την ανάπτυξη αλά ΝΔ και έχουν άμεσο οικονομικό όφελος για το κράτος και το κεφάλαιο με ένα διπλό στόχο: το ξεζούμισμα της μισθωτής εργασίας και την διατήρηση των ματωμένων-δυσθεώρητων πλεονασμάτων.
Σύμφωνα με εκτίμηση της ΕΝΥΠΕΚΚ, οι ετήσιες απώλειες από τις προωθούμενες διατάξεις, αν εφαρμοστούν στο σύνολό τους είναι πάνω από 1 δισεκ. ευρώ και επιμερίζονται ως εξής:
•600 εκατ. ευρώ οι ετήσιες μισθολογικές απώλειες για τους εργατοϋπαλλήλους του ιδιωτικού τομέα,
•250 εκατ. ευρώ οι ετήσιες απώλειες για τον ΕΦΚΑ,
•100 εκατ. ευρώ οι ετήσιες απώλειες για το ΕΤΕΑΕΠ,
•100 εκατ. ευρώ οι ετήσιες απώλειες για τον ΕΟΠΥΥ και
•50 εκατ. ευρώ οι ετήσιες απώλειες για τον ΟΑΕΔ.
Οι εργαζόμενοι σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα δεν πρέπει να επιτρέψουν στην κυβέρνηση της ΝΔ να επεκτείνει και να εμβαθύνει τον εργασιακό μεσαίωνα που ήδη έχει θεσμοθετηθεί από τις μνημονιακές κυβερνήσεις τα τελευταία 10 χρόνια. Δεν μας αρκούν οι απεργίες την ημέρα της ψήφισης για να είναι όλοι ευχαριστημένοι ότι «πράξανε» το καθήκον τους.
Χρειάζεται ένα μακρόπνοο και άμεσο διεκδικητικό αγωνιστικό πρόγραμμα για αυξήσεις εδώ και τώρα στους μισθούς και στις συντάξεις, επαναφορά όλων των απωλειών, ΣΣΕ καθολικές και υποχρεωτικές, ιατρική φαρμακευτική περίθαλψη για όλους, μόνιμους μαζικούς διορισμούς, κατάργηση όλων των αντιασφαλιστικών νόμων, κατάργηση του νόμου Αχτσιόγλου, κατάργηση όλων των ειδών ελαστικής εργασίας με κλιμάκωση των μορφών και των διεκδικήσεων.
Η προοπτική αυτή δεν περνά μέσα από τη ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ της «Κοινωνικής Συμμαχίας» και του εργοδοτικού συνδικαλισμού. Απαιτείται αναζωογόνηση των Πρωτοβάθμιων Σωματείων και των γενικών τους συνελεύσεων. Απαιτείται ένα ταξικό, αγωνιστικό μπλοκ σωματείων και συνδικαλιστών, ένας αγωνιστικός συντονισμός που δε θα δρα ως ομάδα πίεσης στον αστικοποιημένο συνδικαλισμό και ως ακόλουθος των αποφάσεων του αλλά ως δημιουργός κινηματικών γεγονότων.
Η απεργία στις 24 Σεπτέμβρη να αποτελέσει την αρχή μιας αντεπίθεσης στο εργατικό κίνημα, να είναι μια μεγάλη αντικυβερνητική διαδήλωση. Να μην είναι άλλη μια κινητοποίηση «διεκπεραίωσης» την ημέρα ψήφισης των αντεργατικών μέτρων αλλά μια νέα ελπίδα για τους εργαζόμενους και την νεολαία.
Παρά τις υπονομευτικές κινήσεις των κυβερνητικών δυνάμεων σε ΓΣΕΕ ΑΔΕΔΥ, οι εργαζόμενοι σε δημόσιο και ιδιωτικό πρέπει να βγουν μπροστά για να μην κατατεθεί το νομοσχέδιο της ΝΔ, για να ανατραπεί!
Όλοι και όλες στην απεργία στις 24 Σεπτέμβρη 10:30 πμ Χαυτεία!
*Ο Μιχάλης Μιλτσακάκης είναι εκπαιδευτικός, μέλος της ΕΕ της ΑΔΕΔΥ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου