Του Περικλή Παυλίδη, καθηγητή, ΠΤΔΕ-ΑΠΘ
Ποιος σκέφτεται στην περίπτωση της Τεχνητής Νοημοσύνης;
Η Τεχνητή Νοημοσύνη (ΤΝ) έχει εισβάλει ορμητικά στη ζωή μας προσφέροντας μεγάλες δυνατότητες, αλλά και γεννώντας σημαντικές προκλήσεις. Κατ’ αρχάς ας θέσουμε το ερώτημα: τι είδους νοημοσύνη αντιπροσωπεύει η ΤΝ;
Η ΤΝ αφορά διαδικασίες ανίχνευσης, επεξεργασίας και αξιοποίησης τεράστιου όγκου δεδομένων, όπως αυτά υπάρχουν στο διαδίκτυο. Πρόκειται για την ενεργητική χρήση ενός είδους «καθολικής μνήμης», η οποία συμπεριλαμβάνει το σύνολο των πληροφοριών (αντιλήψεων, ιδεών, θεωριών, μεθόδων κλπ) που έχουν συσσωρευτεί στο διαδίκτυο.
Αυτό που προσδίδει στην ΤΝ τα χαρακτηριστικά της νοημοσύνης είναι η τεχνική ικανότητα ανάλυσης ερωτημάτων-προβλημάτων στα επιμέρους στοιχεία τους και απάντησης σε αυτά διαμέσου της συγκέντρωσης πληθώρας δεδομένων και συνθετικής παρουσίασής τους. Με άλλα λόγια η ΤΝ μπορεί, βάσει αλγόριθμων, να ανιχνεύει σχέσεις μεταξύ στοιχείων-δεδομένων-απόψεων. Κάνοντας ποικίλους συνδυασμούς μπορεί να κάνει «υποθέσεις», να προτείνει ενδεχόμενες λύσεις, αν και όχι πάντα λειτουργικές.
Αυτή η τεχνική ικανότητα να συνδυάζει σε μεγάλη κλίμακα στοιχεία ενισχύεται από τη δυνατότητα να «μαθαίνει» από τα νέα δεδομένα που εισάγονται στο διαδίκτυο, καθώς και τις ερωτήσεις, παρατηρήσεις και προτάσεις των χρηστών.
Η ΤΝ διαμέσου των δυνατοτήτων της καθιστά εφικτή τη θεμελιωμένη σε τεράστιο όγκο δεδομένων ψηφιακή μοντελοποίηση καταστάσεων, αποκαλύπτοντας μας εικόνες (υπαρκτές ή δυνητικές) της πραγματικότητας που υπερβαίνουν κατά πολύ την εμπειρία μεμονωμένων ατόμων ή ομάδων. Το γεγονός αυτό μας επιτρέπει να δοκιμάζουμε ψηφιακά πληθώρα δικών μας ιδεών και υποθέσεων, να ελέγχουμε σε ένα εικονικό περιβάλλον τη λειτουργικότητά τους, εξοικονομώντας πολύτιμο χρόνο στην ερευνητική, σχεδιαστική και εν τέλει πρακτική μας δραστηριότητα.
Με τη βοήθεια της ΤΝ μπορούμε να απαλλασσόμαστε από πολλές μη δημιουργικές εργασίες και να επικεντρωνόμαστε σε κατεξοχήν ενδιαφέροντα, πρωτότυπα και δημιουργικά εγχειρήματα.
Γεννάται λοιπόν το ερώτημα: ποιος σκέφτεται στην περίπτωση της ΤΝ;
Διαμέσου της ΤΝ σκέφτεται η ανθρωπότητα. Όχι μόνο επειδή είναι οι άνθρωποι που δημιουργούν και ρυθμίζουν το χρησιμοποιούμενο λογισμικό, αλλά και επειδή η λειτουργία του εξαρτάται ουσιαστικά από τον πλούτο της κατατεθειμένης στο διαδίκτυο παγκόσμιας σκέψης των ανθρώπων (από τον πλούτο όχι μόνο των αποτελεσμάτων, αλλά και των μεθόδων σκέψη), τον οποίο η ΤΝ δύναται να ανιχνεύει, να επεξεργάζεται και να παρουσιάζει συνθετικά σε συνάρτηση με το εξειδικευμένο ζήτημα που τίθεται κάθε φορά.
Στην περίπτωση της ΤΝ είναι η ανθρωπότητα που κάνει ενεργή χρήση της συσσωρευμένης σκέψης της σε κλίμακες και συνδυασμούς που υπερβαίνουν τις δυνατότητες μεμονωμένων ατόμων και ομάδων.
Βέβαια δεν είναι δύσκολο να διαπιστώσουμε ότι τα προγράμματα ΤΝ σε αρκετά ζητήματα ανιχνεύουν εξωτερικούς δεσμούς και σχέσεις, δεν επεκτείνονται στην παρουσίαση εσωτερικών διαλεκτικών αλληλεπιδράσεων μεταξύ πτυχών της κοινωνικής ολότητας, δεν αναδεικνύουν αντιφατικές σχέσεις στη δυναμική τους.
Η αδυναμία παρακολούθησης διαλεκτικών σχέσεων-αντιφάσεων σχετίζεται με έναν δομικό περιορισμό της ΤΝ: δεν παίρνει θέση.
Όπως εύκολα διαπιστώνει κανείς οι απαντήσεις της ΤΝ επί κρίσιμων και επίμαχων ζητημάτων κινούνται στο επίπεδο των κοινώς διαδεδομένων αντιλήψεων. Ενίοτε παρουσιάζουν απλώς τις υπάρχουσες διαφορετικές απόψεις ή προβαίνουν σε παράθεση «θετικών» και «αρνητικών» πλευρών» στα όρια μιας κοινότοπης μετριοπάθειας του «αφενός μεν … πλην όμως».
Δεν προτείνουν κάτι καινούριο, δεν προτάσσουν κάτι που ξεφεύγει από τις γενικές ιδεολογικές παραδοχές και πολύ περισσότερο που συγκρούεται με αυτές.
Τα παραπάνω συνάπτονται με το γεγονός ότι οι τεχνολογίες ΤΝ διατυπώνουν τις απαντήσεις τους με «φιλικό» προς το κοινό τρόπο, μιας και έτσι έχουν σχεδιαστεί. Δεν παίρνουν «προσωπική» θέση, δεν οργίζονται, δεν φιλονικούν, δεν συγκρούονται με κανέναν, διότι δεν εκκινούν από κάποιο προσωπικό συμφέρον και ενδιαφέρον, γνωσιακό συν τοις άλλοις. Και αυτό είναι καθοριστικής σημασίας!
Διότι η αυθεντική νόηση δεν περιορίζεται απλώς στην αναζήτηση κάποιων πορισμάτων, αλλά παίρνει θέση, διαφωνεί, ασκεί κριτική και συγκρούεται. Εδώ βρίσκεται η τεράστια διαφορά της εξαιρετικά βοηθητικής και χρήσιμης επεξεργασίας πληθώρας δεδομένων και συνθετικής διατύπωσης απαντήσεων που μας προσφέρει η ΤΝ από τη νόηση των ατόμων. Η νόηση είναι ενέργεια όχι απλώς ενός βιολογικού συστήματος-του εγκεφάλου, το οποίο θα μπορούσε να αντιγραφεί με ηλεκτρονικό τρόπο, αλλά του ανθρώπινου όντος ως βιολογικο-κοινωνικής ολότητας. Είναι δραστηριότητα αναγκαία για την επιβίωση και ανάπτυξη των ανθρώπων, άρρηκτα συνδεμένη με την εργασιακή-κοινωνική αλληλεπίδρασή τους με τη φύση και τους άλλους ανθρώπους.
Να το θέσω αλλιώς: η νόηση είναι φαινόμενο ενός σώματος που έχει ανάγκες και σχέσεις, που αισθάνεται, χαίρεται και πονά· ενός σώματος συνδεδεμένου κοινωνικά με άλλα σώματα με σχέσεις συνεργασίας, συντροφικότητας ή ανταγωνισμού και έχθρας.
Η ενέργεια του νοείν είναι κοινωνική (καθορίζεται από κοινωνικά μέσα, σχέσεις, γλωσσικούς κώδικες, γνώσεις, ιδεολογίες) και ταυτόχρονα ατομική. Συντελείται δηλαδή στο εσωτερικό κάθε ατόμου με κάπως ιδιαίτερο-διαφορετικό τρόπο για τον καθένα/την καθεμία και συνάμα συντελείται εξωτερικά, στην κοινωνική-γλωσσική επικοινωνία, καθώς και στη συλλογική κοινωνική δραστηριότητα.
Ας τονίσουμε ότι οι ανάγκες και η συναισθηματική εκδήλωσή τους είναι κρίσιμης σημασίας αναφορικά με τον προσανατολισμό των πρακτικών ενεργειών των ανθρώπων και συνεπώς αναφορικά με το τι τους απασχολεί, σε τι εστιάζουν την προσοχή τους, τι τους ενδιαφέρει ερευνητικά-γνωσιακά. Διότι δεν γνωρίζουμε γενικά τον κόσμο. Τον ερευνούμε και τον γνωρίζουμε υπό το πρίσμα συγκεκριμένων γνωσιακών ενδιαφερόντων, στη βάση των οποίων βρίσκονται ανάγκες, κοινωνικο-οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα.
Η νόηση λοιπόν των ανθρώπων είναι στοχευμένη και εν πολλοίς συνειδητή (με δεδομένες τις ασύνειδες πτυχές της). Οι άνθρωποι όχι μόνο έχουν συνείδηση του γεγονότος ότι σκέπτονται, αλλά και στρέφονται στην ίδια τους τη νόηση, αναστοχάζονται το περιεχόμενό της, προβαίνουν αυτόβουλα σε διορθώσεις της στο πλαίσιο της αλληλεπίδρασής τους με τα πράγματα και τους άλλους ανθρώπους.
Η νόηση, ως εσωτερική δραστηριότητα σχεδίασης, οργάνωσης, προσανατολισμού, καθοδήγησης της εξωτερικής πρακτικής δραστηριότητας, είναι εξόχως αναγκαία, προκειμένου οι άνθρωποι να μπορούν να ενεργούν, να πράττουν. Και γι’ αυτόν τον λόγο καταλήγει στη λήψη συγκεκριμένης θέσης απέναντι στο ένα ή στο άλλο ζήτημα. Σκέπτομαι/νοώ σημαίνει, σε τελευταία ανάλυση, παίρνω θέση, διαμορφώνω στάση απέναντι στα πράγματα, στόχους και πρόγραμμα δραστηριότητας.
Οι τεχνολογίες ΤΝ δεν έχουν ανάγκες και συμφέροντα και σαφώς δεν έχουν κανένα γνωσιακό ενδιαφέρον. Δεν γνωρίζουν τι πρέπει και αξίζει να ερευνήσουν. Επιπροσθέτως δεν έχουν συνείδηση αυτού που κάνουν, δεν μπορούν να ελέγξουν αυτόβουλα τις απαντήσεις που δίνουν σε συνάρτηση με τα ενδιαφέροντα που καλούνται να ικανοποιήσουν. Δεν έχουν ενδοιασμούς για τις απαντήσεις τους και τη χρήση αυτών.
Οι ανάγκες, τα συμφέροντα-ενδιαφέροντα που τις εκφράζουν και προσανατολίζουν τη νόηση, η συνείδηση του εαυτού και της νοητικής-γνωσιακής του δραστηριότητας, η βούληση και ο αναστοχασμός, η συζήτηση των πορισμάτων της ΤΝ η αντίληψη για τη χρησιμότητά τους ανήκουν στους ανθρώπους που τη χρησιμοποιούν. Οι άνθρωποι είναι που θα πρέπει να κρίνουν (θα πρέπει να είναι ικανοί να κρίνουν) τι θέση θα πάρουν με τη βοήθεια των απαντήσεων και της ΤΝ. Και μπορεί βέβαια η ΤΝ να είναι σε αρκετά ζητήματα ικανή να καταστρώσει, βάσει συγκεκριμένου αιτήματος, ένα πρόγραμμα δράσης, αποτελεσματικό από τεχνικής σκοπιάς. Όμως μόνο οι άνθρωποι μπορούν να αξιολογήσουν την κοινωνική χρησιμότητα και σκοπιμότητα αυτού του προγράμματος.
Ας θέσουμε το ερώτημα εκ νέου: σκέφτεται η ΤΝ; Όχι! Κατηγορηματικά όχι! Η ανθρωπότητα είναι που σκέφτεται· μόνο η ανθρωπότητα, διαμέσου και των εξωτερικών ψηφιακών συστημάτων της ΤΝ.
Εάν η ανθρωπότητα σταματήσει να σκέπτεται και συνεπώς σταματήσει να δημιουργεί καινούργια γνώση η ΤΝ θα ανακυκλώνει στις απαντήσεις της τις γνώσεις που ήδη κατέκτησε και τις απόψεις που ήδη διατύπωσε η ανθρωπότητα. Τίποτε άλλο.
Μπορεί να μας βλάψει η Τεχνητή Νοημοσύνη;
Η ΤΝ σαφώς μπορεί να λειτουργήσει χειραγωγικά. Καθοριζόμενη από συγκεκριμένους αλγόριθμους μπορεί να ρυθμίζει τις πληροφορίες που λαμβάνουμε, να παρακολουθεί τη διαδικτυακή συμπεριφορά πληθώρας ανθρώπων, καταγράφοντας ανάγκες, ενδιαφέροντα, ανησυχίες και να τους προσανατολίζει σε συγκεκριμένες απόψεις και στάσεις. Η ΤΝ μπορεί απλώς να μας εξαπατά.
Επίσης, χρήζει μεγάλης προσοχής η προοπτική οι τεχνολογίες ΤΝ, με την αλματώδη εξέλιξή τους, να οδηγήσουν στην ψηφιοποίηση-αυτοματοποίηση πολλών εργασιακών δραστηριοτήτων, με αποτέλεσμα την κατάργηση επαγγελματικών ειδικεύσεων και θέσεων εργασίας. Όπως μπορούμε να αντιληφθούμε τις δυναμικές που αναπτύσσονται στην εργασία σε συνάρτηση με την αυτοματοποίηση, πληθώρα εργαζομένων θα αντιμετωπίσουν το φάσμα της ανεργίας χωρίς σαφείς δυνατότητες αλλαγής επαγγέλματος. Σε συνθήκες κεφαλαιοκρατικής οικονομίας αυτό θα είναι μια ιδιαίτερα σκληρή και επώδυνη εμπειρία για τον κόσμο της μισθωτής εργασίας.
Ειρήσθω εν παρόδω, ότι μόνη ευεργετική για τους ανθρώπους εναλλακτική λύση μπορεί να είναι η ριζική μείωση του χρόνου εργασίας σε συνάρτηση με την κατοχύρωση επαρκούς για τις ανάγκες του καθενός «κοινωνικού μισθού», και η μετάβαση σε έναν βίο του δημιουργικού ελεύθερου χρόνιου. Βεβαίως τα παραπάνω είναι ανέφικτα εντός της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας και μόνον η σοσιαλιστική –επιτακτική περισσότερο από ποτέ– αλλαγή των κοινωνικών σχέσεων μπορεί να εγγυηθεί.
Επιστρέφοντας στην ΤΝ, οι επιφυλάξεις απέναντί της για τους κινδύνους που αυτή ενέχει (οι οποίες ενίοτε εκφράζονται με τη μορφή ανορθολογικών αντιλήψεων) είναι δόκιμες υπό την προϋπόθεση ότι δεν μυστικοποιούν την τεχνολογία, αλλά εκκινούν από τη σαφή αναγνώριση του γεγονότος ότι η «δαιμονική» ψυχή της τεχνολογίας δεν είναι άλλη από τις κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Και αν η τεχνολογία, εν προκειμένω η ΤΝ, φαίνεται να λειτουργεί ανεξέλεγκτα και απειλητικά, είναι διότι οι ίδιες οι κοινωνικές σχέσεις, χαρακτηριζόμενες από καθολικό ανταγωνισμό και αποξένωση, έχουν ξεφύγει από τον έλεγχο των ανθρώπων και λειτουργούν καταστροφικά για την κοινωνία και τη φύση.
Εδώ ας επισημάνουμε ότι η ανάπτυξη ενός πρόσθετου, τεχνολογικού σώματος των ανθρώπων δεν είναι φαινόμενο «μετα-ανθρωπισμού», αλλά είναι σύμφυτο με την έννοια της κοινωνικά οργανωμένης ανθρωπότητας, η οποία σχετίζεται εργασιακά-παραγωγικά με το περιβάλλον της. Τα πρώτα στοιχεία αυτού του πρόσθετου τεχνολογικού σώματος κάνουν την εμφάνισή τους από πολύ νωρίς, στα πρώιμα στάδια της ανθρωπογένεσης με τη μορφή ξύλινων, οστέινων και λίθινων αντικειμένων που χρησιμοποιούνται ως εργαλεία. Η ΤΝ δεν είναι τίποτε άλλο από μια σημαντική βαθμίδα προόδου σε αυτή τη θεμελιώδη πτυχή της ανθρώπινης ιστορίας, της οικοδόμησης πρόσθετου τεχνολογικού σώματος, ως πολλαπλασιαστή ισχύος του βιολογικού σώματος των ανθρώπων.
Εάν λοιπόν υπάρχει κάτι που απειλεί την ανθρωπότητα αυτό δεν είναι και δεν μπορεί να είναι η τεχνολογία, συμπεριλαμβανομένης της ΤΝ, διότι αυτή δεν διαθέτει ανάγκες, συμφέροντα και βούληση, προκειμένου να προβεί σε κάτι τέτοιο. Η πηγή της απειλής βρίσκεται στο ανταγωνιστικά κατακερματισμένο κοινωνικό σώμα της ανθρωπότητας, στον καθολικό ανταγωνισμό που διακρίνει θεμελιωδώς την κεφαλαιοκρατική κοινωνία, συνέπεια του οποίου είναι όλα τα θαυμαστά δημιουργήματα της επιστήμης και της τεχνολογίας να μετατρέπονται σε μέσα πολέμου, σύγκρουσης, ελέγχου, κυριαρχίας ή να χρησιμοποιούνται πρόχειρα, επιπόλαια, χωρίς υπολογισμό των συνεπειών τους, στο όνομα του κεφαλαιοκρατικού κέρδους.
Τεχνητή Νοημοσύνη και εκπαίδευση
Ένα ιδιαίτερο ζήτημα που αφορά την ΤΝ είναι οι επιπτώσεις της στην εκπαίδευση-μόρφωση των νέων ανθρώπων.
Να το θέσω ευθέως: η ΤΝ μπορεί να είναι πολύ χρήσιμη σε ανθρώπους που είναι αυθεντικά μορφωμένοι, έχουν δηλαδή την ικανότητα της αυτόνομης συστηματικής κριτικής σκέψης, ενώ δύνανται να ανιχνεύουν και να αναλαμβάνονται αιτιακές σχέσεις, δυναμικές διαλεκτικές αλληλεπιδράσεις εντός των διαφόρων φαινομένων. Προσφέροντας σε αυτούς τους ανθρώπους πολύτιμες πληροφορίες, οδηγίες και συμβουλές, οι τεχνολογίες της ΤΝ μπορούν να υποστηρίξουν δημιουργικά τους εγχειρήματα.
Αναφορικά με την εκπαίδευση ας έχουμε υπ’ όψη ότι υπάρχουν προγράμματα τεχνητής νοημοσύνης σχεδιασμένα για την παροχή «προσωποποιημένης μάθησης», με δυνατότητες προσαρμογής στις ανάγκες του μαθητή. Από γενική σκοπιά τέτοια συστήματα μπορεί να είναι χρήσιμα. Βεβαίως είναι αντικείμενο διερεύνησης το κατά πόσο αυτά υπερβαίνουν τις μεθόδους τυπικής μάθησης, προσανατολισμένης στην απομνημόνευση, προς την κατεύθυνση της δημιουργικής συζήτησης και του κριτικού στοχασμού.
Υπάρχουν επίσης προγράμματα τεχνητής νοημοσύνης τα οποία βοηθούν τους εκπαιδευτικούς στη σχεδίαση μαθημάτων, στον έλεγχο και στη βαθμολόγηση εργασιών. Η ΤΝ δύνεται να λειτουργήσει επίσης ως ψηφιακό σύστημα υποστήριξης της διδασκαλίας μέσα στην τάξη, συλλέγοντας δια μέσου αισθητήρων δεδομένα κατά τη διάρκεια του μαθήματος και παρέχοντας εξειδικευμένες οδηγίες σε εκπαιδευτικούς και μαθητές.
Χρειάζεται όμως να έχουμε υπ’ όψη και τους κινδύνους που μπορεί να προκύψουν από τη χρήση της ΤΝ στην εκπαίδευση.
Τα συστήματα ΤΝ μπορούν να ενισχύσουν πολιτικές ιδιωτικοποίησης και εμπορευματοποίησης των εκπαιδευτικών υπηρεσιών, μειώνοντας ή αντικαθιστώντας τον ρόλο των εκπαιδευτικών και της ζωντανής διδασκαλίας με χαμηλού κόστους ψηφιακά προγράμματα. Επίσης μπορούν να χρησιμοποιηθούν με τρόπο που ελέγχει το έργο των εκπαιδευτικών, εισάγοντας στην εκπαιδευτική πράξη αυτοματοποιημένες διαδικασίες, οι οποίες περιορίζουν την αυτονομία και τη δημιουργικότητά τους. Οι εκπαιδευτικοί μπορεί να βρεθούν δέσμιοι των αλγορίθμων της ΤΝ.
Θεωρούμενο από μια ευρύτερη οπτική, το ζήτημα της χρήσης τεχνολογιών ΤΝ για την εκπαίδευση ανθρώπων συνάπτεται βεβαίως με το κρίσιμο ερώτημα του τι εννοούμε ως εκπαίδευση-μόρφωση.
Η εκπαίδευση και το αποτέλεσμά της, η μόρωση, είναι μια διττή διαδικασία, το ένα μέρος της οποίας συνδέεται με την μεθοδική, οργανωμένη και κλιμακούμενη διδασκαλία εντός των εκπαιδευτικών θεσμών, ενώ το άλλο συνδέεται με την αυτόνομη μελέτη-γνωσιακή δραστηριότητα των μαθητών/μαθητριών στο σπίτι.
Η διδασκαλία συνιστά διαδικασία εισαγωγής των μαθητών/μαθητριών σε επιστημονικά, καλλιτεχνικά, πολιτισμικά πεδία γνώσεων, τα οποία βρίσκονται πέραν της καθημερινής τους εμπειρίας. Διαμέσου της διδασκαλίας οι μαθητές και μαθήτριες αρχίζουν να κατακτούν ικανότητες που τους/τις επιτρέπουν να αντιλαμβάνονται και να χρησιμοποιούν τις κεκτημένες γνώσεις της ανθρωπότητας.
Αυτή όμως η μαθησιακή διαδικασία, η οποία σύμφωνα με τον Λεβ Βυγκότσκι δημιουργεί τις «ζώνες εγγύτερης ανάπτυξης», δεν μπορεί να ολοκληρωθεί χωρίς την αυτόνομη μελέτη και γνωσιακή δραστηριότητα των μαθητών/μαθητριών στο σπίτι.
Η μελέτη στο σπίτι σε συνάρτηση με την υλοποίηση συγκεκριμένων εργασιών είναι απολύτως απαραίτητη, προκειμένου οι μαθητές και μαθήτριες να καταστήσουν αυθεντικά δικές τους τις ικανότητες που αφετηριακά αποκτούν με την διδασκαλία και υποστήριξη των εκπαιδευτικών. Η ζώνη δηλαδή εγγύτερης ανάπτυξης δεν μπορεί να ολοκληρωθεί εάν ο δρόμος ανάπτυξης που αρχικά διανοίγεται από τη διδασκαλία δεν διανυθεί στη συνέχεια από τους μαθητές και τις μαθήτριες, στο πλαίσιο της αυτόνομης μελέτης στο σπίτι.
Δεδομένων των παραπάνω, η περίπτωση στην οποία μαθητές και μαθήτριες θα αναθέσουν σε πλατφόρμες ΤΝ την πραγματοποίηση των σχολικών εργασιών θα έχει ως αποτέλεσμα η ζώνη εγγύτερης ανάπτυξης που άνοιξε με τη διδασκαλία στο σχολείο να μην ολοκληρωθεί. Με άλλα λόγια η υποκατάσταση της αυτόνομης μελέτης και σχολικής εργασίας στο σπίτι από τις υπηρεσίες της ΤΝ θα ακυρώσει τη δυνατότητα της μάθησης και συνακόλουθα τη σχολική μόρφωση των νέων ανθρώπων.
Αναφορικά με το ζήτημα της χρήσης τεχνολογιών ΤΝ στην εκπαίδευση των νέων θα πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας και σε μια άλλη διάστασή του που αφορά τη διδασκαλία και τις παιδαγωγικές σχέσεις μέσα στην τάξη.
Η διδασκαλία μαθημάτων δεν συνιστά απλώς μετάδοση πληροφοριών περί των επιστημονικών-πολιτισμικών επιτευγμάτων της ανθρωπότητας. Σε συνάρτηση με τις παιδαγωγικές σχέσεις που αναπτύσσουν οι εκπαιδευτικοί με μαθητές/μαθήτριες, η διδασκαλία αφορά μια βαθύτερη δραστηριότητα αποτίμησης αυτών των επιτευγμάτων, ανίχνευσης της σημασίας τους και της ιστορικής εμβέλειάς τους. Αφορά δηλαδή την εμπλοκή εκπαιδευτικών και μαθητών στον κριτικό αναστοχασμό του πολιτισμού, δια του οποίου καλλιεργείται η ικανότητα κριτικής σκέψης και ανίχνευσης δημιουργικών προοπτικών σε κάθε πεδίο δράσης των ανθρώπων.
Αυτό το μάθημα της ζωντανής κριτικής σκέψης δεν μπορούν να το προσφέρουν οι τεχνολογίες ΤΝ. Μπορούμε να το λάβουμε μόνο από τους ομοίους μας, μόνο δια της άμεσης αλληλεπίδρασης με ανθρώπους που σκέφτονται κριτικά. Διότι μόνο όμοιοί μας μπορούν να ανιχνεύσουν και να κρίνουν την κοινωνική-ανθρώπινη σημασία των αντικειμένων-φαινομένων που συνθέτουν τον κόσμο μας.
Πέραν αυτού, οι παιδαγωγικές σχέσεις μέσα στην τάξη συμβάλλουν αποφασιστικά και στη διαμόρφωση ενός άλλου κρίσιμου παράγοντα της εκπαίδευσης των νέων: του μαθησιακού ενδιαφέροντος.
Το μαθησιακό ενδιαφέρον είναι αυτό που κινητοποιεί εσωτερικά μαθητές και μαθήτριες και παρωθεί σε συστηματική και βαθιά μελέτη. Και αν μόρφωση σημαίνει εξοικείωση του ατόμου με τα επιστημονικά-πολιτισμικά επιτεύγματα της ανθρωπότητας, το ισχυρότερο μαθησιακό ενδιαφέρον δεν μπορεί να μην συνδέεται με το πηγαίο και ισχυρό ενδιαφέρον για την ανθρωπότητα, την κατάστασή της, τις δυνατότητες και τα προβλήματά της.
Αυτό το ενδιαφέρον συνάπτεται με την ευρύτερη στάση ζωής, τις αξίες και τα ιδανικά των μαθητών και μαθητριών-στοιχεία της προσωπικότητάς τους, τα οποία μόνο η σχέση μεταξύ μαθητών και εκπαιδευτικών, καθώς και ευρύτερα η σχέση παιδιών και ενηλίκων, μπορεί να δημιουργήσει. Η ΤΝ δεν μπορεί να διαμορφώσει στάσεις ζωής, ιδανικά και εν τέλει μαθησιακό ενδιαφέρον.
Και είναι γεγονός ότι στις μέρες υφίσταται οξύ πρόβλημα με την απουσία μαθησιακού ενδιαφέροντος στους νέους.
Στη σύγχρονη κεφαλαιοκρατία στην οποία ο διάχυτος κοινωνικός ανταγωνισμός αποξενώνει τους ανθρώπους και αποσταθεροποιεί τις ζωές τους, ενώ η μεγάλη εργασιακή επισφάλεια αποσυνδέει την εκπαίδευση-μόρφωση από σαφείς και δημιουργικές προοπτικές του βίου, το μαθησιακό ενδιαφέρον συρρικνώνεται, αν δεν εξαφανίζεται εντελώς.
Έτσι λοιπόν, το μεγάλο στοίχημα για τους εκπαιδευτικούς, τους γονείς και ουσιαστικά για την κοινωνία στο σύνολό της είναι να καλλιεργήσουν αυθεντικό και ισχυρό μαθησιακό ενδιαφέρον στους νέους, συνδέοντάς το με την κοινωνική κατοχύρωση μιας δημιουργικής προοπτικής του βίου για τον καθένα.
Πρόκειται για ένα κρίσιμο αναφορικά με την εκπαίδευση στοίχημα των ανθρώπων, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να κερδηθεί με τη βοήθεια τεχνολογιών ΤΝ σε ρόλο «δασκάλου».
Δεδομένων των παραπάνω, η ουσιαστική βελτίωση της εκπαίδευσης δεν μπορεί να αφορά απλώς την εξάπλωση των τεχνολογιών ΤΝ. Εάν θα ετίθετο το δίλημμα, «μορφωμένες» μηχανές ΤΝ σε διδακτικό ρόλο ή πολύπλευρα μορφωμένοι και δημιουργικοί εκπαιδευτικοί, η απάντηση θα πρέπει να είναι μονοσήμαντα υπέρ των εκπαιδευτικών.
Βεβαίως, αν το αναλύσουμε βαθύτερα θα αντιληφθούμε ότι το δίλημμα είναι πλασματικό, διότι σαφώς το έργο των εκπαιδευτικών μπορεί να υποστηριχτεί σημαντικά από τεχνολογίες που προσφέρουν συνδυαστικά τον πλούτο της καταγεγραμμένης στο διαδίκτυο συλλογικής πολιτισμικής μνήμης της ανθρωπότητας. Χρειάζεται όμως να είναι πολύπλευρα μορφωμένοι και δημιουργικοί οι εκπαιδευτικοί (να έχουν σαφή αντίληψη της αποστολής τους και να απολαμβάνουν την ολόπλευρη στήριξη της κοινωνίας), προκειμένου να μπορούν να κάνουν αποτελεσματική χρήση της παραπάνω δυνατότητας. Όπως φυσικά μόνο βαθιά μορφωμένοι και δημιουργικοί άνθρωποι μπορούν να κάνουν αποτελεσματική χρήση της ΤΝ σε όλες τις πτυχές της κοινωνικής ζωής τους.
Ας μη μας διαφεύγει ποτέ ότι η ΤΝ είναι κάτι εξαιρετικά ανθρώπινο-οργανικό μέρος του τεχνολογικού σώματος των κοινωνικών ανθρώπων, το οποίο λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής ισχύος των δυνατοτήτων του φυσικού σώματός τους. Μέγιστο και επιτακτικό διακύβευμα της εποχής μας: η υπαγωγή αυτού του ισχυρού τεχνολογικού σώματος, συμπεριλαμβανομένης της ΤΝ, στον συλλογικό έλεγχο της ενωμένης, συντροφικά οργανωμένης ανθρωπότητας, ώστε το σώμα αυτό να λειτουργεί ευεργετικά για την προοδευτική ανάπτυξή της, αντί της καταστροφικής χρήσης του σε συνθήκες κοινωνικού ανταγωνισμού και πολέμου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου