Συναδέλφισσες και συνάδελφοι, η Νίκη Κεραμέως δεν πρωτοτυπεί, όπως δεν πρωτοτύπησε ο Αρβανιτόπουλος, η Διαμαντοπούλου, ο Γαβρόγλου και παλιότερα ο Αρσένης, ο Ευθυμίου και όλοι οι Υπουργοί Παιδείας που επιδίωξαν να επαναφέρουν την αξιολόγηση την ίδια ακριβώς στιγμή που καταργούσαν τον επιθεωρητισμό.
Από τη δεκαετία του ’70 ο Χέλμουτ Κολ κατηγόρησε τα σχολεία της ισότητας και των ίσων ευκαιριών ως σχολεία του διαβόλου. Στη Μεγάλη Βρετανία την ίδια εποχή εκδίδονται οι Μαύροι Βίβλοι για την εκπαίδευση και τη δεκαετία του ’80 επί Ρήγκαν εκδόθηκε η έκθεση: Ένα έθνος σε κίνδυνο, η επιτακτική ανάγκη για εκπαιδευτική μεταρρύθμιση.
Τα αποτελέσματα όλων των παραπάνω μεταρρυθμίσεων αναδεικνύονται εξαιρετικά στο ντοκιμαντέρ: Σχολική τσάντα γεμάτη μετρητά, που προβάλλεται στην αίθουσα δίπλα, μπορείτε να το δείτε, που γυρίστηκε πριν μερικά χρόνια στην Αμερική. Μέσα σε 90 λεπτά συμπυκνώνει όλη τη νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση και τα αποτελέσματά της στο αμερικανικό εκπαιδευτικό σύστημα.
Η ταινία πραγματεύεται την όλο και αυξανόμενη ιδιωτικοποίηση και επιχειρηματικοποίηση της εκπαίδευσης στις ΗΠΑ μέσω των σχολείων charter, τα σχολεία με κουπόνια voucher, που εμφανίζεται έντονα το τελευταίο διάστημα με τα ζητήματα της γονεϊκής επιλογής και τα ηλεκτρονικά σχολεία.
Αποκαλύπτει τον τρόπο με τον οποίο διαλύεται τελικά η δημόσια εκπαίδευση, πως οι κρατικές δαπάνες πηγαίνουν στις τσέπες των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, αντί για τα δημόσια σχολεία, πως οι μεταρρυθμίσεις έχουν δημιουργήσει προνομιακές νησίδες μέσα σε μια θάλασσα ανισότητας.
Από αυτή την άποψη, συναδέλφισσες και συνάδελφοι, θεωρούμε ότι είμαστε πολύ τυχερές και τυχεροί οι εκπαιδευτικοί στην Ελλάδα.
Ξέρουμε που οδηγεί το σχέδιο της αξιολόγησης με όποιο πρόσημο και αν εμφανίζεται. Γιατί δεν εμφανίστηκε σε όλες αυτές τις χώρες απ’ την αρχή με το ίδιο πρόσημο, αλλά κατέληξε στο ίδιο αποτέλεσμα.
Τιμωρητική, λοιπόν, ή ανατροφοδοτική η αξιολόγηση, με ή χωρίς εισαγωγικά, κακή ή καλή, το αποτέλεσμα τελικά στην ολοκλήρωση αυτών των σχεδιασμών ήταν πάντα το ίδιο.
Κατά τη γνώμη μας δεν αποτελεί εμμονή, ούτε αναχρονισμό η κάθετη αντίθεση στην αξιολόγηση. Είτε αυτή εμφανίζεται με τη μορφή της εμπέδωσης της κουλτούρας αξιολόγησης, λέχτηκαν προηγουμένως διάφορα πράγματα, είτε με τη μορφή της σκληρής τιμωρητικής αξιολόγησης. Είτε είναι μεταμφιεσμένη ως γιαγιά της κοκκινοσκουφίτσας, είτε απευθείας ως λύκος, το αποτέλεσμα είναι πάντα και παντού στον κόσμο, ίδιο. Καταστροφή του δημόσιου σχολείου, παράδοση πλευρών του απευθείας στο ιδιωτικό κεφάλαιο, λειτουργία του με τα κριτήρια της αγοράς, κατηγοριοποίηση και ανταγωνισμός, χτύπημα των μορφωτικών δικαιωμάτων των παιδιών των πιο φτωχών και πληττόμενων στρωμάτων, υποταγή και χειραγώγηση, υποδούλωση τελικά της ζωντανής εκπαίδευσης, δεσποτισμός και ολοκληρωτισμός.
Όλες αυτές τις πλευρές του τις έχουμε δει όλο το προηγούμενο διάστημα. Γι’ αυτό και οι στιγμές, κατά τη γνώμη μας, για το εκπαιδευτικό κίνημα στη χώρα μας είναι ιστορικές, γιατί το διακύβευμα είναι τεράστιο και ιστορικό.
Η αξιολόγηση με όποιο πρόσημο και αν δοθεί είναι ένα πολιτικό πολυεργαλείο, δημιουργεί έναν εκπαιδευτικό επιχειρηματικό υποκείμενο τελικά που συγκεντρώνει πιστοποιήσεις και προσόντα, που αναζητάει εκπαιδευτικές δράσεις που επιβραβεύονται στο πεδίο που έχει καθορίσει η κρατική αξιολόγηση, αδιαφορώντας για τις πραγματικές ανάγκες της τάξης του και των μαθητών – μαθητριών της εκπαιδευτικού ή του εκπαιδευτικού.
Απαγορεύεται να είναι στοχαστικός και κριτικός παιδαγωγικά σε ό,τι του προτείνεται από την κυρίαρχη εκπαιδευτική εργαλειοθήκη του εκπαιδευτικού νεοφιλελευθερισμού, γιατί περί τούτου πρόκειται.
Αποδέχεται τελικά, υποχρεώνεται να αποδεχτεί τι είναι προοδευτικό στην εκπαίδευση, μέσα από το πρίσμα των κρατικών αναγκαιοτήτων και των κατευθύνσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΟΟΣΑ, της Τράπεζας – της Παγκόσμιας Τράπεζας, κρατήστε το αυτό, προκειμένου να επιβιώσει και στο πεδίο της ατομικής του αξιολόγησης.
Και ταυτόχρονα βέβαια να ζει σε ένα καθεστώς μόνιμης εργασιακής ανασφάλειας και αέναου κυνηγιού των περιβόητων προσόντων.
Το καθεστώς του προσοντολογίου του Γαβρόγλου και της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ επεκτείνεται σήμερα παντού σε όλη την επαγγελματική ζωή του εκπαιδευτικού με βάση την ατομική αξιολόγηση. Ο εκπαιδευτικός θα κυνηγά συγκεκριμένες πιστοποιήσεις για να επιβιώνει εργασιακά και να γεμίζει τον αξιολογικό του φάκελο.
Η παραπομπή της συναδέλφισσας από τον Α’ Σύλλογο Αθηνών σε ΕΔΕ και τελικά η στάση του Υπουργείου Παιδείας και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, είναι τρανή απόδειξη επιβεβαίωσης όλων των παραπάνω που λέμε για την όποια μορφή αξιολόγησης. Οι εκπαιδευτικοί μετατρέπονται σε τεχνικούς μια τυποποιημένης και ελεγχόμενης διδασκαλίας, χωρίς το δικαίωμα να προσδιορίζουν το περιεχόμενο της εργασίας τους, να καθορίζουν και να ασκούν κριτική στη γενική κατεύθυνση των εκπαιδευτικών προτεραιοτήτων που βάζει κάθε φορά το κράτος ή η όποια κυβέρνηση.
Αντίθετα, αναβαθμίζεται ο ρόλος της εκπαιδευτικής τεχνοκρατίας και της διοίκησης, καθώς και ποικίλων επιχειρηματικών υποκειμένων ή παραγόντων του τοπικού Κράτους, της Περιφέρειας, των Δήμων, των ΜΚΟ.
Εν ολίγοις, όλοι όσοι δεν έχουν καμία απολύτως επαφή με την πραγματική εκπαίδευση, την τάξη, το σχολείο, τη διδασκαλία και τα παιδιά, διαμέσου της αξιολόγησης μετατρέπονται από την εξουσία και την κάθε κυβέρνηση σε ένα καρκίνωμα ελέγχου και χειραγώγησης της ζωντανής εκπαίδευσης, με βάση τις ανάγκες της καπιταλιστικής αγοράς και της πολιτικής κυριαρχίας της, και το σχολείο είναι ένα σχολείο της δεξιότητας. Αυτό το σχολείο εξυπηρετεί η αξιολόγηση: της επιχειρηματικής δράσης και της κατηγοριοποίησης. Ένα σχολείο που αδιαφορεί τελικά για τις πραγματικές μορφωτικές ανάγκες των μαθητών του. Ένα σχολείο υποχρηματοδοτούμενο, ανοιχτό στις επιχειρήσεις και στους Δήμους.
Καθόλου τυχαία η Commission συγκροτεί τις εκπαιδευτικές της προτάσεις και τον τρόπο που κατανοεί την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας, ναι, της σχολικής μονάδας, στα πλαίσια του επιχειρηματικού management. Γιατί μ’ αυτά τα δεδομένα θα συζητήσουμε, αυτό γίνεται παγκοσμίως, σε όλες τις χώρες που χρησιμοποιούν αξιολόγηση και της σχολικής μονάδας και ατομική αξιολόγηση. Συγκεκριμένα δεδομένα, μετρήσεις, αποδοχή προκαθορισμένων εκπαιδευτικών προτεραιοτήτων, αν θέλουμε να μιλήσουμε επιστημονικά για το τι επιδιώκουν να κάνουν, αυτοπειθάρχηση σ’ αυτές, αποτελούν ένα εκπαιδευτικό μοντέλο που προέρχεται άμεσα από τον κόσμο των επιχειρήσεων και που τον υιοθετεί εξαιρετικά η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το σχολείο εδώ παρουσιάζεται ως μια αυτόνομη επιχειρηματική μονάδα σε ανταγωνισμό με τις άλλες. Δεν μιλάμε γενικά για κατηγοριοποίηση, δεν μιλάμε γενικά για ανταγωνισμό.
Σ’ αυτή την εκπαιδευτική αφήγηση το σχολείο οφείλει να ενστερνίζεται την επιχειρηματικότητα. Είναι δομικό στοιχείο της λειτουργίας του. Την κατηγοριοποίησή του, την ανταγωνιστικότητα και τις ανάγκες της αγοράς, υπονομεύοντας τελικά, επιτρέψτε μου να πούμε, συναδέλφισσες και συνάδελφοι, κάθε κοινωνικό δικαίωμα στη μόρφωση, σε αντιπαράθεση με το ενιαίο σχολείο των κοινωνικών δικαιωμάτων που κατοχύρωσαν με μεγάλους αγώνες τα λαϊκά στρώματα και οι εκπαιδευτικοί του τη μεταπολεμική περίοδο.
Η αξιολόγηση αλλάζει τον αξιακό ορίζοντα του δημόσιου σχολείου, γιατί πρέπει να τα πούμε έτσι, καθώς οι όροι δημόσιο, καθολική πρόσβαση, οφείλουν να αντικατασταθούν από όρους όπως αριστεία, ατομική ευθύνη, υψηλές επιδόσεις, και όχι μόνο στον 4823 της Κεραμέως αλλά και σε όλα τα νομοθετήματα που πέρασαν όλο το προηγούμενο διάστημα από τη χώρα μας, αλλά και από ολόκληρο τον κόσμο.
Στη ρητορική της αξιολόγησης η σχολική αποτυχία δεν είναι ζήτημα δομικό το οποίο απορρέει από τις καπιταλιστικές σχέσεις εξουσίας, αλλά αποτέλεσμα διαφορετικών βιολογικών δυνατοτήτων, εν ολίγοις τα παιδιά μας, κάποια παιδιά μας δεν μπορούν, μειωμένης προσπάθειας από συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, δηλαδή τα παιδιά των φτωχών, των εργατών, των προσφύγων, των μεταναστών, και επαγγελματικής ανεπάρκειας των εκπαιδευτικών.
Η αξιολόγηση επιδιώκει ξεκάθαρα να διασφαλίσει την επιβολή της κρατικής εξουσίας στο επίπεδο της εκπαιδευτικής πρακτικής, γι’ αυτό αντιλήψεις περί καλής αξιολόγησης, αξιολόγησης με εισαγωγικά, δεν έχω τίποτα να φοβηθώ, δεν δουλεύουμε όλοι το ίδιο, να έχουμε μια συγκεκριμένη πρόταση για την αξιολόγηση, κατά τη γνώμη μας, δεν έχουν πραγματική βάση. Γιατί αυτή είναι η αξιολόγηση. Μας καλεί να ανταποκριθούμε στα δεδομένα που το κράτος και οι κυβερνήσεις καθορίζουν.
Γι’ αυτό η αντιπαράθεση, κατά τη γνώμη μας, δεν είναι κλαδική. Οι εκπαιδευτικοί δεν είναι ότι δεν θέλουν απλώς να αξιολογηθούν, είναι συνολική αντιπαράθεση με την αξιολόγηση, αφορά την ίδια την εργαζόμενη πλειοψηφία, καθώς περιστρέφεται γύρω από το κομβικό ερώτημα: ποιο σχολείο, σε ποιο μορφωτικό περιεχόμενο, σε ποια κοινωνική προοπτική.
Η αξιολόγηση δεν είναι μια σύγκρουση εκπαιδευτικών και Υπουργείου, αλλά η διαπάλη διαφορετικών ταξικών συμφερόντων και παιδαγωγικών προοπτικών στο μορφωτικό πεδίο και στο δημόσιο σχολείο.
Αν μετεμφυλιακά το ζητούμενο ήταν η εθνικοφροσύνη, λέχθηκε προηγουμένως από κάποιους ομιλητές, με τον εκπαιδευτικό υποταγμένο στις αναγκαιότητες του μετεμφυλιακού κράτους, έκτακτης ανάγκης, σήμερα οι προτεραιότητες αναφέρονται στην αγορά, με μια κουβέντα δεν έχουν κατισχύσει, δεν έχουν ολοκληρώσει το καταστροφικό τους έργο για το δημόσιο σχολείο.
Η υπογράμμιση έχει τεράστια σημασία, γιατί ένα από τα βασικά επιχειρήματα των υπερασπιστών της αξιολόγησης είναι ότι η αξιολόγηση υπάρχει παντού σ’ όλο τον κόσμο. Συμφωνούμε. Υπάρχει, επειδή ακριβώς υπάρχει παντού, γνωρίζουμε πολύ καλά πια και τα ολέθρια αποτελέσματά της παντού.
Η Κεραμέως δήλωσε: ξεκινά στην πράξη η υλοποίηση μιας κομβικής μεταρρύθμισης που πολεμήθηκε μανιωδώς για 40 χρόνια από λίγους. Κρατείστε τη δήλωσή της.
Την ίδια περίοδο στην Πορτογαλία οι εκπαιδευτικοί αγωνίζονται με πολύμηνους και παρατεταμένους αγώνες για την ακύρωση πλευρών της αξιολόγησης, που τα πορτογαλικά συνδικάτα πριν από μερικά χρόνια συναίνεσαν για να εφαρμοστεί και τώρα πληρώνουν τα αποτελέσματα αυτής της συναίνεσης. Και αυτό κρατήστε το.
Λοιπόν, δεν είμαστε μόνο τυχερές, κατά τη γνώμη μας, είμαστε και περήφανες – περήφανοι που στον τόπο μας δεν έχει ολοκληρωθεί το καταστροφικό σχέδιο για το δημόσιο σχολείο. Γιατί το εκπαιδευτικό κίνημα έχει συμβάλει σημαντικά για να υπάρχουν καθυστερήσεις, ανασχέσεις, ακόμα και ακύρωση βασικών πλευρών αυτού του σχεδίου. Με τα μεγάλα όχι που διατύπωσε και υπεράσπισε κόντρα στις σειρήνες της υποταγής και της εκπαιδευτικής υποδούλωσης που προσπάθησαν να κατισχύσουν από την πλευρά των κυβερνήσεων και των Υπουργών Παιδείας.
Με αυτά τα όχι τα οποία δεν αφορούν μόνο την αξιολόγηση της Κεραμέως, υψώθηκαν τα τελευταία 40 χρόνια, όπως πολύ σωστά διατυπώνει και η Κεραμέως. Με τα μεγάλα όχι αποκρούσαμε την πιλοτική εφαρμογή της αξιολόγησης επί Διαμαντοπούλου το ’10 επί ΠΑΣΟΚ, τον δεσποτισμό της αξιολόγησης του Αρβανιτόπουλου το ’13 – ’14 με κυβέρνηση Νέα Δημοκρατία – ΠΑΣΟΚ, την κουλτούρα της αξιολόγησης επί Γαβρόγλου το ’17 επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ με τα παραπλανητικά αξιολογόχαρτα των Διευθυντών και αργότερα με τον νόμο για την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας.
Με την ίδια, κατά τη γνώμη μας, μαχητική και αποφασιστική στάση του εκπαιδευτικού κινήματος, αποκρούσαμε μέχρι στιγμής και τον ολοκληρωτισμό της Κεραμέως.
Δεν μας επιτρέπεται να εθελοτυφλούμε, ούτε να έχουμε αυταπάτες, γιατί η διεθνής εμπειρία είναι τόσο αποκαλυπτική που δεν επιδέχεται καμία αμφισβήτηση τι θα συνέβαινε αν συναινούσαμε έστω και στο ελάχιστο, αν παραδίναμε έστω και λίγο στα σχέδια των κυβερνήσεων.
Ποιο είναι όμως, το σημερινό σχολείο; Τι βιώνουν γονείς και μαθητές, μαθήτριες; Ζούνε ένα σχολείο που οι στείρες γνώσεις βασιλεύουν, που σπάνια συναντούν τη χαρά της μάθησης, που όλα είναι καταναγκασμός, εξετάσεις, για το σημερινό σχολείο μιλάμε, και βαθμολογία, που καταλαβαίνουν ότι δεν προσφέρει πραγματικά εφόδια για τη ζωή.
Να τολμήσουμε, λοιπόν, συναδέλφισσες και συνάδελφοι, αυτό προτείνουμε, να μιλήσουμε απευθείας στην εργαζόμενη πλειοψηφία, εμείς, όπως το κάνουμε όλο το προηγούμενο διάστημα, όχι μόνο για τα αποτελέσματα αν κατισχύσει αυτή η αξιολόγηση, αλλά να εκθέσουμε τον εργοδότη μας, το Υπουργείο δηλαδή και το κάθε φορά Υπουργείο, όχι μόνο για τον μισθό μας, αλλά και για τον μισθό μας, αλλά και για τα βιβλία, για το περιεχόμενο της εκπαίδευσης, τις εξετάσεις, τον βασικό προσανατολισμό της, την κατηγοριοποίηση των σχολείων και ούτω καθεξής.
Η μαχόμενη εκπαίδευση, και θα ολοκληρώσω μ’ αυτό, χρειάζεται να πρωτοστατήσει στην κριτική των βιβλίων και του εξεταστικού κάτεργου, να πρωταγωνιστήσει ενάντια σε κάθε απόπειρα αντιμετώπισης των μαθητών ως παραγόμενα προϊόντα προς πώληση στους εργοδότες και να διεκδικήσει μαζί τους απελευθερωτική παιδεία σε χειραφετημένη εργασία.
Τελικά οι εκπαιδευτικοί είμαστε περήφανοι για τη δουλειά μας, γιατί η δουλειά μας είναι να μαθαίνουμε τα παιδιά γράμματα, να τους διδάσκουμε τους νόμους της κίνησης, της φύσης, να κατανοούν τον κόσμο, να τον εξηγούν και να αγωνίζονται να τον αλλάξουν. Να τους μαθαίνουμε να σκέφτονται ελεύθερα, να κρίνουν, να κάνουν όνειρα, να αγωνίζονται γι’ αυτά. Να έχουν αξιοπρέπεια και να την υποστηρίζουν. Να εχθρεύονται τον ρατσισμό, την ξενοφοβία, τον φασισμό, τη νομοφοβία, με αφορμή τη συναδέλφισσα, και να αγωνίζονται για όλου του κόσμου το ψωμί, το φως και το τραγούδι. Για δικαιοσύνη και ισότητα.
Από αυτή την άποψη έχουμε μία απάντηση μοναδική να δώσουμε στην κα Κεραμέως όπως πάντα. 41 χρόνια και συνεχίζουμε μέχρι τη νίκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου