Το πράγμα είναι σοβαρό. Δεν μπορεί να κρυφτεί «κάτω από το χαλάκι». Όλα τα κανάλια, οι εφημερίδες, οι πολιτικοί, καθημερινά οι γνωστοί μας, μιλούν για την ακρίβεια. Και είμαι κι εγώ ένας απ’ αυτούς που, οργισμένος και πικραμένος από την λαίλαπα συντονισμένων ληστρικών μέτρων της τωρινής και προηγούμενων κυβερνήσεων σε βάρος των εργαζομένων, αναμένω εντός των ημερών το «μπιλιετάκι» της ΔΕΗ.
Μήπως πρέπει κάπως να «ξεχαστώ» και να γράψω ένα σχόλιο για την εκπαίδευση; Ξεκινώ λοιπόν από τις αναρτήσεις του υπουργείου παιδείας και διαπιστώνω ότι μέσα από αυτές ξεπροβάλλει ένας «μαγικός κόσμος». Στο μήνυμα για τις 25 Μάρτη, η υφυπουργός γράφει, μεταξύ άλλων, ότι με τον πόλεμο στην Ουκρανία «έχουμε έρθει όλοι αντιμέτωποι με νέες προκλήσεις …που θεωρούσαμε ότι δεν μας αγγίζουν, ότι δε μας απειλούν». Ενώ λοιπόν ξέσπαγαν μεγάλοι πόλεμοι όλη την προηγούμενη περίοδο και συνέρρεαν πρόσφυγες από τις εμπόλεμες περιοχές, η υφυπουργός θεωρούσε ότι αυτά δεν μας αγγίζουν. Μετά, σε μια ανάρτηση για την υποδοχή παιδιών από την Ουκρανία (10 μέρες πριν), βλέπω τις φωτογραφίες, όπου η υπουργός φοράει αθλητική φόρμα και μάλιστα σε μία απ’ αυτές παίζει μπάλα. Υπάρχει, πρόσφατα, η έναρξη της εκστρατείας του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη νεολαία σχετικά με την «αναζωογόνηση της δημοκρατίας». Άσε το στην άκρη, ποια δημοκρατία όταν ο κόσμος φτωχαίνει, μένει άνεργος ή ξεθεώνεται στην δουλειά; Για την ακρίβεια θα γράψω.
Μέσα λοιπόν στο γενικό κλίμα πολέμου, ακρίβειας και πανδημίας, τη βδομάδα που πέρασε, έγινε στην Βουλή η συζήτηση για το πολυνομοσχέδιο του υπουργείου οικονομίας, που βεβαίως αφορούσε κατά ένα μεγάλο μέρος την «αντιμετώπιση» της ακρίβειας. Αρκετά δημοσιεύματα και ομιλίες είναι πολύ κατατοπιστικά για τις ακριβείς θέσεις των πολιτικών δυνάμεων και προκύπτουν ζητήματα που αξίζει να σχολιαστούν.
Μία πρώτη πλευρά αντιπαράθεσης είναι αν το κύμα ακρίβειας οφείλεται σε εγχώρια αίτια ή αν είναι ξενόφερτο. Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι οφείλεται στον πόλεμο, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ότι οι συνέπειές του δεν έχουν ακόμα εκδηλωθεί και ότι αποκλειστικός φταίχτης είναι προσωπικά ο πρωθυπουργός, που κάνει πλάτες σε κερδοσκόπους. Και σκέφτομαι: αφού η ακρίβεια οφείλεται στον πόλεμο, τότε γιατί είχαμε υπέρμετρες αυξήσεις τιμών τους προηγούμενους μήνες; Η Στατιστική Υπηρεσία κατέγραψε το Φεβρουάριο αύξηση 7,2 % σε σχέση με τον αντίστοιχο περσινό μήνα και 1,1 % σε σχέση με το Γενάρη. Είχαμε αυξήσεις στο φυσικό αέριο, τον ηλεκτρισμό ή τα λαχανικά της τάξης του 78,5 %, 71% και 14,4% αντίστοιχα.
Οπότε πάμε φυσιολογικά στο εξής θέμα: υπάρχει κερδοσκοπία; Και τι μέτρα πρέπει να παρθούν; Εδώ ξετυλίχτηκε μια αντιπαράθεση για τα «υπερκέρδη», όπως χαρακτηρίστηκαν τα συγκυριακά κέρδη στο τομέα π.χ. της ενέργειας. Η κυβέρνηση παρέπεμψε το θέμα σε πόρισμα που θα ετοιμάσει η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας που, αν «τεκμηριωμένα» διαπιστώσει τέτοια υπερκέρδη, τότε οι επιχειρήσεις θα κληθούν να «συνεισφέρουν» (αυτή ήταν η ακριβής έκφραση) «στην αντιμετώπιση των απωλειών που είχαν οι πολίτες». Τεκμηριωμένα, συνεισφέρουν, εφόσον είναι μη σχετιζόμενα με εξωτερικά αίτια: Το πράγμα θυμίζει παραπομπή σε καλένδες ή ξέπλυμα με μια σταγόνα από τον ωκεανό κερδών. Πρόσφατη η εμπειρία από το χιονιά και τις ευθύνες εταιριών… Το πάρτι καλά κρατεί: για παράδειγμα, τα κέρδη των ΕΛΠΕ και του ομίλου Μυτιληναίος έφτασαν (αθροιστικά) μισό δις το 2021 και οι Έλληνες εφοπλιστές επένδυσαν 3,6 δις σε πλοία μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου.
Σχετικά με αυτό, ξεχωρίζουν μερικές ακόμη πλευρές. Πρώτον, οποιαδήποτε εισφορά ή φορολόγηση προβλήθηκε ομού από κυβέρνηση και συστημική αντιπολίτευση βασικά ως έκτακτο μέτρο και όχι ως μόνιμο. Δεύτερο, ακόμα και αν ληφθούν κάποια μέτρα ελέγχου, κανείς δεν έθεσε ή πρόταξε το ζήτημα της ιδιοκτησίας των επιχειρήσεων. Μάλιστα, τα περισσότερα κόμματα δηλώνουν την πρόθεσή τους να στηρίξουν την «υγιή επιχειρηματικότητα», την ίδια στιγμή που σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου συντελείται όργιο κερδοσκοπίας από πολυεθνικούς κολοσσούς. Τρίτον, εξαιρετικά σημαντικό, κεντρικό, ζήτημα είναι το αν θα συνεχιστεί η τήρηση των «ευρωπαϊκών» κατευθύνσεων.
Σε σχέση με αυτό, η αξιωματική αντιπολίτευση εγκαλεί την κυβέρνηση ότι δεν κάνει τίποτα, ενώ άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης τάχα πράττουν καλά. Μάλιστα, υπεραμύνεται της συνεπούς τήρησης της «εργαλειοθήκης» της Κομισιόν για την ακρίβεια, που όμως κινείται στην βάση της εμπορευματοποίησης της ενέργειας. Ο πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ υπερηφανεύτηκε ότι οι θέσεις του κόμματός του εμπεριέχονται στις θέσεις της ΕΕ της 8 Μάρτη, ενώ ο γραμματέας του ΜέΡΑ25 μίλησε για απουσία κοινής ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ.
Το ζήτημα, όμως, της απειθαρχίας στην ΕΕ είναι ζωτικής σημασίας για την αντιμετώπιση της ακρίβειας και, εν γένει, της φτωχοποίησης. Ειδικά στην ενέργεια, η αχαλίνωτη κερδοσκοπία σχετίζεται άμεσα με την ιδιωτικοποίηση της και την «εσωτερική αγορά ενέργειας» στην ΕΕ, που δομείται μέσω συγκεκριμένων διαρθρωτικών αλλαγών και νομοθετικών μέτρων («ενεργειακά πακέτα»). Στην υλοποίησή τους συνέβαλλε αποφασιστικά και ο ΣΥΡΙΖΑ με την οργάνωση των αγορών και τη σύσταση του Ελληνικού Χρηματιστήριου Ενέργειας. Αλλά και γενικότερα, η ευρωπαϊκή δημοσιονομική πειθαρχία θέτει ανυπέρβλητους φραγμούς σε μέτρα ουσιαστικής ελάφρυνσης των βαρών και, τελικά, πάταξης της ασυδοσίας στις τιμές. Ο πρωθυπουργός ανέφερε χαρακτηριστικά ότι δεν πρέπει «να χαθεί η στήριξη των αγορών» και «η συμπαράσταση των συμμάχων μας», αναδεικνύοντας ακούσια το ασφυκτικό καθεστώς που επιβάλλει η ΕΕ.
Και μιας και μιλάμε για τους συμμάχους μας, στη συζήτηση στη Βουλή «έβγαζε μάτι» η αποφυγή αμφισβήτησης των πολεμικών δαπανών, που αποτελούν ασήκωτο βάρος για την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Η Ελλάδα διαθέτει το μεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ απ’ όλες τις χώρες του ΝΑΤΟ σε πολεμικές δαπάνες (3,8 % το 2021, 8 δις δολάρια), καθώς ξεπέρασε ακόμα και τις ΗΠΑ, ενώ, αντιθέτως, το ΑΕΠ της είναι περίπου τα 2/3 του μέσου ΑΕΠ στην ΕΕ. Ο κόσμος της εργασίας καλείται να πληρώσει και αυτό το «μάρμαρο», όταν οι τιμές ανεβαίνουν και έπεται συνέχεια.
Μέσα σ’ αυτή την κατάσταση, φουντώνει η εκλογολογία και παρελαύνουν οι δημοσκοπήσεις. Από μία άποψη, αυτό είναι εξοργιστικό. Όταν ο λαός στενάζει, οι αστοί πολιτικάντηδες στην πραγματικότητα προτάσσουν τους εκλογικούς τους σχεδιασμούς. Από το άλλο μέρος, διακρίνονται οι αντιφάσεις και τα προβλήματά τους στην άσκηση της πολιτικής. Είναι μία απ’ αυτές τις περιόδους που φέρνουν μπροστά μεγάλα κοινωνικά ζητήματα, όπως η μη εμπλοκή στον πόλεμο, η αποφασιστική μείωση των πολεμικών εξοπλισμών, οι αυξήσεις μισθών, ενάντια στο κεφάλαιο και την ακρίβεια κ.λπ. Ο εκπαιδευτικός κόσμος καλείται να συνεισφέρει σημαντικά στον αγώνα γι’ αυτά και να μην περιοριστεί σε συμβολικές κινήσεις, όπως υιοθετείται από τμήμα του κινήματος. Ιδιαίτερα, οι εκπαιδευτικοί καλούνται να «μετρήσουν» και να επωμιστούν το βάρος της ευθύνης τους απέναντι στη νεολαία και τους μαθητές τους.
του Απόστολου Νικολόπουλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου