του Henry Α. Giroux*
μετάφραση: Σοφία Χατζοπούλου
Οι μαζικοί θάνατοι στη Γάζα είναι κάτι παραπάνω από μια ανθρωπιστική κρίση — πρόκειται για μια κατακλυσμιαία ρήξη στο ηθικό σύμπαν μας
Το μπρούτζινο άγαλμα της Marie Uchytilová, με τον τίτλο “Μνημείο στα Παιδιά Θύματα του Πολέμου,” το οποίο απεικονίζει τα 82 παιδιά από το χωριό Lidice της Τσεχίας που δολοφονήθηκαν το 1942, μας στοιχειώνει υπενθυμίζοντάς μας τη βαρβαρότητα των Ναζί στη Σφαγή του Lidice. Σε αντίποινα για τη δολοφονία του αναπληρωτή αρχηγού των SS, Reinhard Heydrich, οι Ναζί ισοπέδωσαν το χωριό Lidice, εκτέλεσαν τους άντρες και μετέφεραν τις γυναίκες και τα παιδιά σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η δολοφονία αυτών των παιδιών, τα πρόσωπά τους όπως αποτυπώνονται αιώνια στο γλυπτό της Uchytilová, αντηχεί βαθιά σήμερα, καθώς γινόμαστε μάρτυρες των βασανιστηρίων που υφίστανται τα παιδιά της Γάζας, όπου ο κύκλος της βίας συνεχίζει αμείωτος. Οι σφαγές των παιδιών, τότε και τώρα, αποτελούν δυνατά σύμβολα της συνεχιζόμενης τραγωδίας πολέμου και γενοκτονίας, συνδέοντας παρελθόν και παρόν σε μια αδιάσπαστη αλυσίδα ανθρώπινου πόνου.
Στη Γάζα, οι θηριωδίες που υφίστανται τα παιδιά είναι ανείπωτες, μια βια που ξεπερνά κάθε φαντασία. Ο Omer Bartov, διακεκριμένος μελετητής του Ολοκαυτώματος και των ερευνών πάνω στις γενοκτονίες, γράφει στη New York Times ότι περισσότερα από 17.000 παιδιά έχουν σφαγιαστεί στη Γάζα, τα 870 από αυτά βρέφη μικρότερα από ενός έτους. Η Γάζα, προσθέτει , έχει τώρα το υψηλότερο ποσοστό ακρωτηριασμών παιδιών κατά κεφαλή στον κόσμο. Αυτά τα ανατριχιαστικά στοιχεία ξεδιπλώνουν την βάναυση αλήθεια του σύγχρονου πολέμου, μια αρρωστημένη συνέχιση των φρικαλεοτήτων που πιστεύαμε ότι είχαν πια καταδικαστεί στις πιο σκοτεινές σελίδες της ιστορίας, δίπλα στο Auschwitz και τη Hiroshima.
Αλλά η γενοκτονία στη Γάζας, όπως και η σφαγή στο Lidice, δεν μπορεί να κρυφτεί. Στέκεται ως ένα αδιαμφισβήτητο, φρικαλέο μνημείο της ανεξέλεγκτης δύναμης του κράτους και του τερατώδους μηχανισμού του πολέμου.
Αυτή η τραγωδία διαφέρει όμως από τις θηριωδίες του παρελθόντος. Τα δεινά των γυναικών και των παιδιών της Γάζας, η χρησιμοποίηση του λιμού ως όπλο, οι ανελέητοι βομβαρδισμοί, και το θέαμα των μαζικών δολοφονιών στέκουν πια φανερά μπροστά στα μάτια μας. Όπως υποστηρίζει ο Norman Solomon, η φρικαλέα βία δεν αποκρύπτεται αλλά επιδεικνύεται, δοξάζεται μέσα από τη γλώσσα των δημαγωγών και ενισχύεται μέσα από την επαίσχυντη σιωπή των κυρίαρχων μέσων μαζικής ενημέρωσης. Επιπλέον, ως απόδειξη της γκροτέσκας βίας του γκανγκστερικού καπιταλισμού, ολόκληρα χωριά ισοπεδώνονται με στόχο να προσελκύσουν ιδιώτες επενδυτές που θέλουν να μετατρέψουν τη Γάζα σε αυτό που ο Τράμπ αποκαλεί “Ριβιέρα της Μέσης Ανατολής”.
Ο πόλεμος του Ισραήλ στη Γάζα προσομοιάζει όλο και περισσότερο σε μια νεοφιλελεύθερη εκδοχή της Τελικής Λύσης, όχι από άποψη ιστορικής ισοδυναμίας αλλά γενοκτονικής λογικής. Ακροδεξιοί Ισραηλινοί πολιτικοί προωθούν ένα σχέδιο προσάρτησης της Γάζας και “την μετατρέπουν σε μια υπερσύγχρονη, πολυτελή πόλη αναψυχής για τους Ισραηλινούς”. Όπως αναφέρουν οι William Christou και Quique Kierszenbaum στην Guardian, το “μεγάλο σχέδιο για τον εποικισμό της Λωρίδας της Γάζας προβλέπει την κατασκευή 850.000 οικιστικών μονάδων, ‘ έξυπνες πόλεις’ υψηλής τεχνολογίας με συναλλαγές σε κρυπτονόμισμα και ένα σύστημα μετρό που θα εκτείνεται σε όλη την περιοχή.” Το έγγραφο που διαφημίζει τα οικονομικά οφέλη για το Ισραήλ, αναφέρει: “Το δικαίωμα του λαού του Ισραήλ να εγκαθίσταται , να αναπτύσσει και να προστατεύει αυτή τη χώρα δεν είναι απλά ένα ιστορικό δικαίωμα αλλά μια εθνική υποχρέωση στο όνομα της ασφάλειας.” Η επιτυχία του σχεδίου εξαρτάται από τη βίαιη μετακίνηση πάνω από 2 εκατομμυρίων Παλαιστινίων. Δεν πρόκειται για πολεοδομική ανάπτυξη, αλλά για μια εθνοκάθαρση μαζικής κλίμακας, για ένα έγκλημα πολέμου, ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας.
Το όραμα της Γάζας ως μια παιδική χαρά για τους προνομιούχους δεν περιορίζεται μόνο στα πλαίσια της Ισραηλινής πολιτικής. Επεκτείνεται στα παγκόσμια λόμπυ ισχύος και κεφαλαίου. Ο Jonathan Cook παρατηρεί ότι “μια κλίκα Ισραηλινών επενδυτών, ένας από τους κορυφαίους ομίλους συμβούλων επιχειρήσεων στον κόσμο και μια δεξαμενή σκέψης με επικεφαλής τον πρώην Βρετανό πρωθυπουργό
Tony Blair εργάζονταν κρυφά πάνω σε σχέδια εκμετάλλευσης της ερειπωμένης Γάζας ως προνομιακή ακίνητη περιουσία.” Με βάση τους Financial Times, αυτό το κρυφό κονσόρτιουμ διερευνούσε ενεργά τρόπους για να πραγματοποιήσει το όραμα του Trump να μετατρέψει τη Γάζα σε ένα επενδυτικό κέντρο υψηλής τεχνολογίας και σε έναν πολυτελή προορισμό — έναν θύλακα αναδιαμορφωμένο για τους πλούσιους — μόλις ο Παλαιστινιακός πληθυσμός θα έχει αναγκαστεί να μετακινηθεί με τη βία. Το σχέδιο παρουσιάζει μια ανατριχιαστική λογική: τη μετατροπή μιας τοποθεσίας μαζικών βασανιστηρίων σε μια επικερδή επιχείρηση μέσα από την εξαφάνιση των ανθρώπων της, εμπορευματοποιώντας την αποστέρησή τους και αποκρύπτοντας τη γενοκτονία πίσω από τη γλώσσα της ανάπτυξης.
Η κατάρρευση της συνείδησης δεν είναι μια μακρινή αφαίρεση αλλά μια βαθιά πραγματικότητα, χαραγμένη στα αιματοβαμμένα κορμιά των γυναικών και των παιδιών, οι ζωές και το μέλλον των οποίων καταστρέφονται από τις ανηλεείς δυνάμεις του πολέμου. Είναι χαραγμένο πάνω στα χέρια εκείνων που διαιωνίζουν αυτή την αβάσταχτη βία ενάντια σε έναν ανυπεράσπιστο αλλά ανθεκτικό λαό. Αυτή η διάβρωση της ανθρωπιάς γίνεται φανερή στα ανατριχιαστικά λόγια των Ισραηλινών πολιτικών. Ας πάρουμε για παράδειγμα το τέως μέλος του κοινοβουλίου ( Knesset ) τον Moshe Feiglin, ο οποίος έφτασε αυτή τη ρητορική σε αδιανόητα άκρα το 2025 σε μια συνέντευξη για το Israeli Channel 14, όπου δήλωσε ότι, “Κάθε παιδί, κάθε μωρό στη Γάζα είναι εχθρός. Ο εχθρός δεν είναι η Hamas, ούτε η στρατιωτική πτέρυγα της Hamas. … Πρέπει να κατακτήσουμε τη Γάζα και να την εποικίσουμε και να μην αφήσουμε ούτε ένα παιδί της Γάζας εκεί. Αλλιώς δεν υπάρχει νίκη.”

Τα λόγια του Feiglin φανερώνουν μια φρικιαστική αλήθεια: δεν πρόκειται πια για πόλεμο, αλλά για μια υπολογισμένη και απανθρωποποιητική στρατιωτική εκστρατεία με στόχο την εξολόθρευση όχι μόνο των πιο ευάλωτων — των παιδιών — αλλά ενός ολόκληρου λαού. Όπως αναφέρει η Arwa Mahdawi στη Guardian, αυτό το όραμα της εξολόθρευσης έχει βρει απήχηση μεταξύ των Ισραηλινών νομοθετών και δημόσιων προσώπων, οι οποίοι έχουν ενισχύσει τα ανατριχιαστικά λόγια του συνταξιούχου υποστράτηγου Giora Eiland. Γράφοντας σε μια Ισραηλινή εφημερίδα στις 12 Οκτωβρίου 2023 δήλωσε ότι ο στόχος είναι να μετατραπεί η Γάζα “σε ένα μέρος όπου κανένας άνθρωπος δεν θα μπορεί να υπάρχει.”
Πουθενά δεν γίνεται πιο εμφανής η βαναυσότητα της κυβέρνησης Netanyahu και του Ισραηλινού κράτους, καθώς και της ξεδιάντροπης αδιαφορίας των περισσότερων χωρών, απ’ ότι στη σκόπιμη λιμοκτονία ενός ολόκληρου λαού. Κυρίως εξαιτίας του βίαιου μπλοκαρίσματος της βοήθειας στη Γάζα, περισσότεροι από 100 άνθρωποι υπολογίζεται ότι έχουν πεθάνει από την πείνα τις τελευταίες εβδομάδες, ενώ το υπουργείο υγείας της Γάζας αναφέρει πάνω από 28.000 περιπτώσεις υποσιτισμού, με πάνω από 5.000 να είναι παιδιά. Με βάση τον εκπρόσωπο από τα Ηνωμένα Έθνη Thameen Al-Kheetan, “από τις 21 Ιουλίου, 1.054 people έχουν χάσει τη ζωή τους απλά και μόνο προσπαθώντας να βρουν φαγητό.”
Δεν πρόκειται μόνο για μια ανθρωπιστική καταστροφή — είναι μια πράξη συλλογικής τιμωρίας, μια αργή και τυραννική εξολόθρευση. Βρέφη αργοπεθαίνουν στην αγκαλιά των μητέρων τους, τα μικρά τους σώματα παραμορφωμένα από την πείνα. Μητέρες που κι οι ίδιες λιμοκτονούν δεν έχουν γάλα να τους δώσουν. Παιδιά που κοιτούν με βαθουλωμένα μάτια και πρησμένες κοιλιές, τα κλάματα τους από την πείνα να αντηχούν μέσα στη σιωπή η οποία σπάει μόνο από τις εκρήξεις των βομβών. Η οσμή του θανάτου βρίσκεται παντού — χωρίς ντροπή, μόνο με την πείνα της εξολόθρευσης. Η σκόπιμη λιμοκτονία και το έγκλημα ενάντια σε εκείνους που ψάχνουν για ψωμί είναι κάτι παραπάνω από ένα ηθικό στίγμα ή μια παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Είναι το σημάδι ενός κράτους που ολισθαίνει στη βαρβαρότητα και τη βαναυσότητα του γενοκτονικού ολοκληρωτισμού. Και παρόλα αυτά η ησυχία των περισσότερων χωρών παραμένει εκκωφαντική.
Η φρίκη του πολέμου και η χρησιμοποίηση της πείνας ως όπλο αψηφά κάθε κατανόηση. Η Heba Almaqadma, μια 24χρονη Παλαιστίνια δημοσιογράφος, μεταφράστρια και συγγραφέας που επιβίωσε μέσα στα ερείπια της πόλης της Γάζας, δίνει τη μαρτυρία της με μια επώδυνη διαύγεια:
Σήμερα βιώνουμε το ασύλληπτο. Εκατοντάδες πεθαίνουν. Και ο λόγος; Η πείνα. Πίσω από τους τίτλους εφημερίδων και πέρα από τα νούμερα, άνθρωποι με σάρκα και αίμα αποκόπτονται από τις βασικές ανάγκες τους, το φαγητό, το καθαρό νερό και την ιατρική φροντίδα. Βρίσκονται αντιμέτωποι με έναν αργό, βίαια επιβεβλημένο θάνατο. Ο λιμός δεν είναι μια επικείμενη απειλή, είναι μια βάναυση, καθημερινή πραγματικότητα. Τα παιδιά αποκοιμούνται κλαίγοντας με άδειο στομάχι. Οι γονείς καταρρέουν υπό το βάρος της απελπισίας, να παρακολουθούν τους γιους και τις κόρες τους να γίνονται σκιές του εαυτού τους. Το ψωμί, κάποτε βασικό συστατικό, έχει γίνει πολυτέλεια. Τα λαχανικά, το γάλα, τα αυγά ανήκουν πια στη σφαίρα της φαντασίας για τις περισσότερες οικογένειες. Η πείνα έχει ξεπεράσει τον πόλεμο ως βάναυσο όπλο.
Ο Giorgio Agamben, στο “Homo Sacer,” επικαλέστηκε τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης για να ορίσει την έννοια της “γυμνής ύπαρξης” (bare life) ως μια κατάσταση κατά την οποία στερείται από τα άτομα κάθε πολιτική και ανθρώπινη αξία τους, καθώς αυτά περιορίζονται απλά σε μια σωματική επιβίωση υπό τη μόνιμη απειλή του θανάτου. Υπό το φως της παρούσας βαναυσότητας που εκτυλίσσεται μέσα από μαζικές στρατιωτικές επιθέσεις και τη χρήση της πείνας ως όπλου, αυτή η έννοια είναι απολύτως απαραίτητη για να κατανοήσουμε πως ολόκληροι πληθυσμοί εξαναγκάζονται να ζουν στα όρια του αφανισμού — καθηλωμένοι σε μια κατάσταση πείνας, εξαθλίωσης και κρατικής βίας.
Ο κοινωνικός κριτικός και μελετητής Achille Mbembe διευρύνει την έννοια της “γυμνής ύπαρξης” προσθέτοντας καταστάσεις που μιμούνται αυτό που ο ίδιος αποκαλεί ‘νεκροπολιτική’ (necropolitics)— μια μορφή ζωής και διακυβέρνησης που καθοδηγείται από τη “δύναμη του θανάτου.” Υποστηρίζει ότι η νεκροπολιτική αφορά τους διάφορους τρόπους με τους οποίους χρησιμοποιούνται τα όπλα στον σύγχρονο κόσμο μας, με στόχο την κατά τον μέγιστο βαθμό καταστροφή ανθρώπων και τη δημιουργία “κόσμων-θανάτου” — ζώνες όπου οι πληθυσμοί δεν θα υφίστανται μόνο καταπίεση, αλλά θα είναι καταδικασμένοι σε μια κοινωνική ύπαρξη όμοια με εκείνη των ζωντανών νεκρών, που θα χαρακτηρίζεται από την αναλωσιμότητα, τον πόνο και την ανομία. Σε ένα τέτοιο καθεστώς, ο ‘άλλος’ βρίσκεται παρατημένος έξω από τα πλαίσια της προστασίας, νομικής ή ηθικής, και έχει γίνει στόχος μιας κρατικά εγκεκριμένης εξόντωσης. Υπό τη σκιά των μαζικών στρατιωτικών επιθέσεων του Ισραήλ και της σκόπιμης λιμοκτονίας ως όπλο, αυτή η έννοια γίνεται ακόμη πιο ανατριχιαστικά ορατή. Εδώ δεν πρόκειται απλά για απαξίωση της ζωής αλλά η ζωή γίνεται πια αναλώσιμη.
Αυτό δεν αφορά μόνο τη μοίρα που έχει επιβληθεί στους Παλαιστινίους στη Γάζα και στη Δυτική Όχθη, αλλά αντικατοπτρίζεται και στις ΗΠΑ του Trump, του οποίου η βάναυση πολιτική έχει κανονικοποιήσει τη σύλληψη, κράτηση και απέλαση των μεταναστών χωρίς έγγραφα με τέτοια επιθετικότητα που αψηφά κάθε νομιμότητα, παρά το γεγονός ότι καλύπτεται από το νόμο. Σε όλη την υφήλιο η πολιτική έχει εισέλθει σε μια τροχιά που καθοδηγείται από τον θάνατο — μια νεκροπολιτική στροφή όπως αυτή διαμορφώνεται από τον ανερχόμενο ολοκληρωτισμό, τη στρατιωτικοποίηση, την αυξανόμενη ανισότητα, τα αυταρχικά καθεστώτα, τον συστημικό ρατσισμό και την ιδεολογική δύναμη του λευκού, Χριστιανικού εθνικισμού.
Όπως καταδεικνύει το έργο των Agamben και Mbembe , οι φρικαλεότητες που εκτυλίσσονται στη Γάζα δεν είναι απλά μια κρίση — αποτελούν μια κατακλυσμιαία ρήξη στο ηθικό σύμπαν μας, μια κατάρρευση της συνείδησης σε παγκόσμια κλίμακα. Καθώς παρακολουθούμε , σε πραγματικό χρόνο, τα σώματα των παιδιών να διαμελίζονται από τις βόμβες, να πυροβολούνται από ελεύθερους σκοπευτές και να καταπλακώνονται κάτω από τα ερείπια, δεν παρακολουθούμε απλά έναν πόλεμο. Παρακολουθούμε την αποσύνθεση των ίδιων των ηθικών θεμελίων που στηρίζουν την ανθρωπότητα. Οι αεροπορικές καταδρομές του Ισραήλ στοχεύουν αδιακρίτως σχολεία και ιατρικές εγκαταστάσεις γεμάτες από εκτοπισμένους, γυναίκες, παιδιά και άντρες που δεν έχουν πουθενά να πάνε για να είναι ασφαλείς, χρησιμοποιώντας συχνά βόμβες και πυραύλους κατασκευασμένους στις ΗΠΑ. Οι μεγάλες δυνάμεις συνεχίζουν να εξοπλίζουν το Ισραήλ, ενώ τα ακαδημαϊκά ιδρύματα παραμένουν σιωπηλά και τα ελεγχόμενα από τις εταιρείες μέσα ενημέρωσης είτε αδιαφορούν είτε δυσφημούν όποιον τολμήσει να μιλήσει δημόσια ενάντια των πράξεων του κράτους του Ισραήλ. Παρακολουθούμε αυτό που θα μπορούσε να παρομοιαστεί με τη Χιροσίμα της εποχής μας, ένα γεγονός που σηματοδοτεί όχι μόνο την καταστροφή ζωών αλλά τη διάβρωση της συλλογικής μας συνείδησης.
Ο Δρ. Yasser Khan, μάρτυρας όσων λαμβάνουν χώρα στη Γάζα, κατέθεσε όσα είδε και έζησε μαζί με τους Mehdi Hasan και Naomi Klein. Τα λόγια του εκφράζουν τον πόνο που υφίστανται αυτά τα παιδιά σε αυτή τη σύγχρονη σφαγή. Θυμάται όταν περιέθαλπε ένα 14χρονο κορίτσι που είχε χτυπηθεί και στα δυο της μάτια από θραύσματα, τα οποία κατέστρεψαν και τους δύο βολβούς της αφήνοντας την τυφλή. Το μαρτύριο της κορυφωνόταν από το γεγονός ότι είχε επίσης μείνει ορφανή αφού και οι δύο γονείς της είχαν πέσει θύματα της βίας του πολέμου. Χωρίς υποδομές, με καμία πρόσβαση σε φαγητό, νερό ή ηλεκτρικό και κάτω από συνεχείς βομβαρδισμούς, αυτά τα παιδιά αφήνονται να πεθάνουν μόνα, χωρίς φροντίδα και ελπίδα.
Η αναφορά του Khan είναι κάτι παραπάνω από μια απλή κατάθεση γεγονότων. Είναι μια επείγουσα έκκληση για δράση. Τα λόγια του, ωμά, έντονα και γεμάτα από αγωνία, μας καλούν να έρθουμε αντιμέτωποι με την αναπόφευκτη αλήθεια: Είμαστε συνένοχοι σε αυτή τη βαρβαρότητα, αν συνεχίσουμε να κάνουμε ότι δεν βλέπουμε. Ο πόνος και η φρίκη που ζουν αυτά τα παιδιά δεν βαραίνει μόνο αυτά. Είναι μια τραγωδία που ανήκει σε όλους μας. Κάθε παιδί, παντού , είναι παιδί μας. Η έκκληση για κατανόηση δεν αρκεί. Πρέπει να δράσουμε.
Ο παραλληλισμός μεταξύ των παιδιών του Lidice και των παιδιών της Γάζας είναι αδιάψευστος. Και τα δύο αποτελούν θύματα της εξουσίας, θύματα καθεστώτων που τα θεωρούν αναλώσιμα. Κι όμως στα χρόνια της διαγραφής της ιστορίας, στην παραλυτική λογοκρισία που διαπερνά πολλά μέρη του κόσμου, διατρέχουμε τον κίνδυνο να ξεχάσουμε τα μαθήματα του παρελθόντος. Τα φαντάσματα της γενοκτονικής βίας δεν αποτελούν μια μακρινή ηχώ, δεν περιπλανώνται σε ξεχασμένες γωνιές της ιστορίας. Βρίσκονται εδώ, διαμορφώνουν τις πολιτικές που συνεχίζουν να καταστρέφουν αθώες ζωές. Το να αγνοήσουμε αυτά τα μαθήματα ισοδυναμεί με το να εγκαταλείψουμε την ηθική μας πυξίδα, να αρνηθούμε την κοινή μας ανθρωπιά , και να αφήσουμε την ιστορία να επαναληφθεί.
Βρισκόμαστε σε ένα σταυροδρόμι. Η βία και η βαναυσότητα που παρακολουθούμε σήμερα απαιτεί κάτι περισσότερο από παθητική παρατήρηση. Απαιτεί συλλογική ηθική δράση. Η τραγωδία που εκτυλίσσεται στη Γάζα δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό. Είναι μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου κρατικής βίας και γενοκτονίας. Είναι ένα παγκόσμιο ζήτημα που υπερβαίνει σύνορα και έχει αντίκτυπο σε όλους μας. Έχει έρθει η ώρα να αναγνωρίσουμε τις φρικαλεότητες που διαπράττονται και να δράσουμε με την επείγουσα ανάγκη που απαιτεί η κατάσταση. Τα παιδιά της Γάζας δεν είναι μόνο θύματα μιας μακρινής διαμάχης. Είναι τα παιδιά της ανθρωπότητας, και αποτελεί συλλογική μας ευθύνη να διασφαλίσουμε ότι το μαρτύριο δεν θα συνεχιστεί. Η ώρα είναι τώρα για να διαλύσουμε τον μηχανισμό του θανάτου και της κρατικής τρομοκρατίας.
Τα λόγια της Almaqadma διαπερνούν την παγκόσμια σιωπή περιβάλλοντας τη Γάζα με μια καθαρότητα που δεν μπορεί να αγνοηθεί. Ενώ ένα μεγάλο μέρος του κόσμου γυρνά την πλάτη και κάνει ότι δεν βλέπει, δεν υπάρχει σιωπή στη Γάζα, μόνο “η ήχοι των παιδιών που καταρρέουν από πείνα, των γονιών που κλαίνε απελπισμένα, των κοινοτήτων που αγωνίζονται να επιβιώσουν χωρίς φαγητό, καύσιμα ή φάρμακα.” Όπως μας υπενθυμίζει η Almaqadma, καμία πολιτική λογική δεν μπορεί να διαγράψει “το άδειο βλέμμα στα μάτια ενός παιδιού” ‘η τον “αργό και βάναυσο θάνατο των ανθρώπων από την πείνα μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου.” Αυτό που χρειάζεται δεν είναι ο οίκτος, επιμένει, αλλά η πίεση σε αυτούς που μπλοκάρουν τη βοήθεια, σε αυτούς που παραμένουν σιωπηλοί, και σε αυτούς που κατέχουν τη δύναμη να δράσουν αλλά επιλέγουν αντ’αυτού να συνεργήσουν. Σε έναν κόσμο γεμάτο από εικόνες πόνου, παράλυτου όμως από αδιαφορία, η Almaqadma μας αφήνει με ένα ερώτημα που μας στοιχειώνει: Πόσα ακόμα παιδιά πρέπει να πεθάνουν, πριν ο κόσμος όλος δηλώσει ότι η Γάζα έχει το δικαίωμα να ζήσει;
Εδώ ακριβώς αρχίζει η συλλογική μας ευθύνη, όχι ως επιλογή, αλλά ως ηθική επιταγή. Κάθε παιδί είναι παιδί μας. Δεν πρόκειται για ένα σύνθημα κενό νοήματος, αλλά για μια βαθιά αλήθεια, μια δήλωση της απεριόριστης δέσμευσής μας , της ακλόνητης αγάπης μας και της κοινής μας ελπίδας για όλα τα παιδιά, για τα οποία φέρουμε μια αναντικατάστατη ευθύνη. Είναι μια έκκληση για δράση, ένα επείγον αίτημα για δικαιοσύνη που ξεπερνά τα απλά λόγια, και ένα όραμα ελπίδας ως μια άγρια, μαχητική δύναμη που αντιστέκεται στο έγκλημα παιδιών που στιγματίζει τον κόσμο μας. Είναι μια γοερή κραυγή ενάντια στον γκανγκστερικό μιλιταρισμό και τον ανελέητο ολοκληρωτισμό που οδηγεί σε τέτοιες φρικαλεότητες, μια υπενθύμιση ότι ο αγώνας μας για το μέλλον είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τις ζωές των νεότερων ανάμεσά μας, των παιδιών.
*Αναδημοσίευση από το Salon, Αύγουστος 3, 2025
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου