Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2024

Ενιαίο δημόσιο σχολείο: ένας επίκαιρος όσο ποτέ στόχος στον 21ο αιώνα

Εισαγωγή

Ο στόχος του Ενιαίου, Δημόσιου σχολείου θεωρούμε ότι αποτελεί κρίσιμη εκπαιδευτική και πολιτική παράμετρο της συνολικής πάλης για τα μορφωτικά και κοινωνικά δικαιώματα της εργαζόμενης πλειοψηφίας.

Επιδίωξη της παρούσας παρέμβασης δεν είναι όμως να αναδειχθεί κυρίως αυτό. Η υπογράμμιση είναι στη λέξη «επίκαιρος», δηλαδή στόχος στο σήμερα κι όχι ως μια γενική κατεύθυνση. Οι κατευθύνσεις πολλές φορές δεν προκαλούν αναστατώσεις και διαφωνίες όπως η διατύπωση στόχων πάλης… Οι κατευθύνσεις ταιριάζουν πιο πολύ σε θεωρητικά συνέδρια. Στη μελέτη δηλαδή του «δέον γενέσθαι» σε ένα μέλλον που όλο απομακρύνεται και κυρίως αρνείται να αντιπαρατεθεί με το παρόν και να κερδίσει επάξια το ψωμί του. Με λίγα λόγια είναι πιο «ακίνδυνο» να ασχοληθεί κάποιος με τη γενική αναγκαιότητα ενός τέτοιου στόχου κι όχι με το πώς πρέπει να ξεκινήσει η διεκδίκησή του από σήμερα. Αυτή είναι μια μεθοδολογία που διευκολύνει στη δημιουργία συναινέσεων. Που μετά στην πράξη όμως εύκολα παραμερίζονται στη διαδικασία επιλογής πολιτικών προτεραιοτήτων. Γιατί το θέμα της εκπαίδευσης είναι πολιτικό και όσοι /ες δεν το παραδέχονται τελικά είτε το κάνουν από φόβο μήπως χάσουν τα προνόμιά τους είτε επειδή έχουν παραιτηθεί από τα καθήκοντα που συνοδεύουν μια τέτοια παραδοχή. Και αυτό λειτουργεί τελικά προς όφελος της κυρίαρχης αστικής πολιτικής.

Η τοποθέτηση του στόχου του Ενιαίου Δημόσιου Σχολείου προκαλεί συζήτηση όταν τίθεται στο σήμερα, γιατί συνδέεται όσο κανένας άλλος πιο πολύ με την ανάγκη συνολικής αντικαπιταλιστικής ανατροπής, αλλαγής κοινωνικού υποδείγματος προς μια κοινωνία απελευθέρωσης, χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και ιδιωτική ιδιοκτησία, μια κοινωνία χειραφέτησης. Για την ακρίβεια ο στόχος του ενιαίου, δημόσιου, δωρεάν, σχολείου σε μια ενιαία εκπαίδευση χωρίς ταξικούς φραγμούς, δεν μπορεί να ολοκληρωθεί στο σήμερα. «Ττο ενιαίο, δημόσιο, δωρεάν σχολείο αντιστοιχεί σε μια μεταβατική μορφή κοινωνίας που ξεπερνά την καπιταλιστική κοινωνία (η οποία έχει ανατραπεί) και οδηγείται προς τον στρατηγικό στόχο της αταξικής κοινωνίας, αυτό που αποκαλούμε κομμουνισμό» . (Γρόλλιος, Πρακτικά, 4ο Διεθνές Συνέδριο Κριτικής Παιδαγωγικής)

Σήμερα η αστική τάξη θέλει να επιβάλλει το δρόμο μιας σκοτεινής εποχής βαρβαρότητας και πολέμου ως μονόδρομο για την ανθρωπότητα, ως απάντηση στην πολυεπίπεδη καπιταλιστική κρίση. Η σοσιαλιστική – κομμουνιστική προοπτική και οι εξεγέρσεις «θεωρούνται εκτός του κλίματος». Αυτό συμφέρει την αναπαραγωγή του κεφαλαίου και την εξασφάλιση της κυριαρχίας του. Δεν υπάρχουν περιθώρια αστικού προοδευτισμού. Σε αυτή τη συνθήκη πολλοί θέτουν το ερώτημα: μήπως το επείγον είναι να μιλήσουμε μόνο για αυτά που βελτιώνουν τις υπάρχουσες εκδοχές του σχολείου και δε φιλοδοξούν να ξεπερνούν τα όρια αυτού του συστήματος και να αφήσουμε τις «μεγάλες κουβέντες»; Η εμπειρία μας δείχνει ότι δεν υπάρχει κανέναν μικρό ζήτημα που να μπορεί να λυθεί σήμερα αν τουλάχιστον δεν συνδεθεί με συνολικούς στόχους που να απειλούν τους βασικούς πυλώνες της αστικής κυριαρχίας. «Όποιος ζητά τα λίγα χάνει και τα ελάχιστα». Η βαρβαρότητα που ζούμε θέτει ένα κεντρικό διακύβευμα της ιστορικής εποχής μας: να μην ηττηθεί ο άνθρωπος και οι ανθρώπινες κοινωνίες, σε πείσμα όσων αφηγήσεων ΤΙΝΑ κι αν εμφανιστούν. Αυτό σημαίνει να διεκδικήσει ο άνθρωπος να είναι κέντρο της κοινωνικής ανάπτυξης στη θέση των καπιταλιστικών κερδών. Αυτό συνδέεται με το εγχείρημα ενός συνολικού κοινωνικού, πολιτικού μετασχηματισμού που οι κριτικοί παιδαγωγοί και δάσκαλοι οφείλουν να έχουν στο κέντρο της σκέψης και της στάσης τους, κατά τη γνώμη μας. Αν θέλουμε να αλλάξουμε τα πράγματα κι όχι να δώσουμε παράταση χρόνου για την καταστροφή της ανθρωπότητας και της φύσης που βλέπουμε να συντελείται…

Η κεντρική ιδέα του ενιαίου δημόσιου 12χρονου δωρεάν σχολείου, με τα απαραίτητα πριν και μετά…

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από μιαν αρχή – Για ποιο άλλο σχολείο μιλάμε;

Δεν θα επιμείνουμε στην αναλυτική περιγραφή του συγκεκριμένου τύπου σχολείου, του πριν και του μετά από αυτό. Υπάρχουν άρθρα σχετικά (στα καθ’ ημάς το 1ο τεύχος του περιοδικού Σελιδοδείκτης είναι αφιερωμένο σε αυτό κι όχι μόνο. Υπάρχουν σπουδαία άρθρα και βιβλία των Γρόλλιου, Παυλίδη, Γούναρη και πολλών άλλων και πλούσια ιστορική εμπειρία αφού είναι μια συζήτηση αλλά και πράξη που συνοδεύει το ριζοσπαστικό και επαναστατικό κίνημα από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα και στη Δύση και στην Ανατολή). Το Ενιαίο, Δημόσιο και Δωρεάν Σχολείο έχει τους δικούς του πυλώνες. Είναι ένα σχολείο:

Λαϊκής, κριτικής εκπαίδευσης που δεν διαχωρίζει ούτε κατηγοριοποιεί τα παιδιά άρα αντιστρατεύεται τους ταξικούς φραγμούς, το διαχωρισμό σε μελλοντικούς διανοούμενους και χειρώνακτες, σε αρίστους και «σε όσους δεν παίρνουν τα γράμματα», σε ιδιωτικό και δημόσιο, σε αξιολογημένο και μη.

Που δεν χωράει απλά όλα τα παιδιά αλλά παίρνει και όλα τα μέτρα ώστε να κρατάει όλα τα παιδιά και να το ολοκληρώνουν όλα τα παιδιά κι άρα αντιστρατεύεται την απόρριψη, την ισοπέδωση, τη φτώχεια και τις περικοπές, την επιχειρηματικοποίηση της αποτελεσματικότητας, τον μορφωτικό υποβιβασμό των παιδιών με εργατική και λαϊκή προέλευση

Που χωράει όλη τη γνώση, τις επιστήμες της φύσης, της ζωής και του ανθρώπου και τον πολιτισμό, την τέχνη και την υγεία, τον αθλητισμό, την ενιαία ψυχοσωματική ανάπτυξη και καλλιέργεια, και τον ανθρωπισμό, την αισθητική, την αισθαντικότητα και την ομορφιά. Τραγουδά και παίζει θέατρο, προσεγγίζει τη φιλοσοφία και ζωγραφίζει, συνδέει τη θεωρία με την πράξη, τα αποτελέσματα της επιστήμης με τις τεχνικές εφαρμογές τους, την ιδέα με το πείραμα, την ανάγκη και τη δημιουργία με την εργασία. Έχει κέντρο τη μορφωτική και αισθητική συγκρότηση και καλλιέργεια όλων των παιδιών μέχρι τα 18 τους χρόνια. Άρα αντιστρατεύεται τον τεχνοκρατισμό και το θετικισμό, τη μοιρολατρεία και τον ανορθολογισμό, τον εθνικισμό και το ρατσισμό, τις παντός είδους διακρίσεις, φύλου, φυλής, χρώματος .Είναι ένα σχολείο που υπερασπίζεται το μορφωτικό δικαίωμα όλων των παιδιών.

Που εκπαιδεύει στις δημοκρατικές, συνεργατικές διαδικασίες όλων και λειτουργεί με αυτές, άρα αντιστρατεύεται τη χειραγώγηση, την πειθάρχηση, το διοικητισμό και την καταστολή.

Που θέλει εκπαιδευτικούς γνώστες και κοινωνούς όλων των παραπάνω, μαχητικούς διανοούμενους της κοινωνικής αλλαγής και άρα αντιστρατεύεται τον κονφορμισμό, την αυθεντία, την υπαλληλία, τη συνήθεια, τις αξιολογήσεις και την δολοφονική κουλτούρα τους, την απαξία και την υποαμοιβή που κοινωνούν οι σκλάβοι, σύγχρονοι ή πεπαλαιωμένοι.

Όλα τα παραπάνω στη βάση δύο παραδοχών

Η πρώτη

Έχουμε καθαρό το ρόλο του σχολείου και της εκπαίδευσης εν γένει στον καπιταλισμό, ως προς την αναπαραγωγή ιδεολογικά και κοινωνικά της εργατικής δύναμης που χρειάζεται το κεφάλαιο για την κυριαρχία του, ως υπερκέρδη και ως εξουσία πάνω στην ανθρώπινη ύπαρξη και τη φύση. Αυτό όμως δε συντελείται ευθύγραμμα αλλά με αντιφάσεις που οξύνονται όσο το σύστημα βάζει όρια στην ανάπτυξη των πραγματικών αναγκών. Εμείς οφείλουμε να οξύνουμε αυτές τις αντιθέσεις και να δώσουμε όσα περισσότερα εφόδια και κριτική ικανότητα στα παιδιά μπορούμε, για να κρίνουν τον κόσμο και να τον αλλάζουν με τη συνειδητή τους παρέμβαση. Προφανώς αντιλαμβανόμαστε όλα τα παραπάνω δυναμικά, όχι σε παγωμένη κοινωνικο-πολιτική εικόνα αλλά με συνείδηση ότι το σχολείο αλλάζει αλλάζοντας την κοινωνία και ότι η οριστική αντικαπιταλιστική αλλαγή της κοινωνίας θα τοποθετήσει ξανά και αλλιώς το ερώτημα τι σχολείο θέλουμε. Επιπλέον έχουμε συναίσθηση των μεγάλων δυσκολιών που δημιουργεί η καπιταλιστική κρίση και πως αντανακλώνται στην κρίση της κοινωνικής συνείδησης και στην συντηρητικοποίηση των ανθρώπων, στη διαμόρφωση πολλών κριτηρίων καθήλωσης και υποταγής.

Και η δεύτερη παραδοχή

Η δική μας προσέγγιση για τη γνώση δεν είναι ουδέτερη. Θεωρούμε ότι καμμιά προσέγγιση δεν είναι ουδέτερη αλλά απορρέει από την ανάλυση της πραγματικότητας και τη θέση που παίρνει κανείς τελικά απέναντι στην αλλαγή ή τη διαιώνισή της. Είμαστε με τους κατατρεγμένους και την εργατική τάξη όλου του κόσμου και ως εκ τούτου μιλάμε από τη σκοπιά της απελευθέρωσης τους και της χειραφέτησης τους από τα δεσμά της εκμετάλλευσης και της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, από τις συμφορές του πολέμου, της φτώχειας και της εξαθλίωσης του προελαύνοντος και ταυτόχρονα σε κρίση καπιταλισμού που παράγει βαρβαρότητα σε όλα τα επίπεδα. Για να οικοδομήσουμε την κοινωνία των ελεύθερων συνεταιρισμένων παραγωγών, σε μια αρμονική συνύπαρξη και αλληλοτροφοδότηση από τη φύση, για να τοποθετήσουμε στο κέντρο της εξέλιξής της την ομορφιά και την πραγμάτωση της ανθρώπινης ουσίας.

Ο στόχος του ενιαίου σχολείου, λοιπόν, δεν πρέπει να είναι ακόμη ένα μπούλετ στα συνδικαλιστικά αιτηματολόγια. Αλλά μια ζωντανή, δρώσα συζήτηση για την αξία, την αναγκαιότητα και τη δυνατότητα του άλλου σχολείου, στα πλαίσια ενός εκπαιδευτικού, κριτικού, παιδαγωγικού αλλά πρωτίστως πολιτικού ιδεολογικού ρεύματος. Ενός κινήματος που μαζί με τους εργαζόμενους θα φιλοδοξεί να επιβάλλει ανατροπές στο σήμερα επειδή ακριβώς δεν εννοεί να παραιτηθεί από τη ζωή και το μέλλον. Είναι από τα παρατηρητήρια που οφείλουμε να δημιουργούμε στο μέλλον μέσα από τέτοιους στόχους που μας επιτρέπουν να παρατηρήσουμε καλύτερα το παρόν για να το αλλάξουμε

Είναι αναγκαία αυτή η συζήτηση στον παρόντα χρόνο αν θέλουμε να διαμορφώσουμε προϋποθέσεις «για να …» και να μην βρίσκουμε άλλοθι «για να μην …»

Μεθοδολογικά: Κεντρική ιδέα της τοποθέτησής μας είναι ότι η διατύπωση των στόχων ενός ρεύματος που φιλοδοξεί να αλλάξει την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων, πρέπει να ξεκινά από αυτή την αναγκαιότητα της αλλαγής και να παίρνει υπόψη στο σχεδιασμό του γι’ αυτό, την ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης -αντικειμενικών, υποκειμενικών συνθηκών, κι όχι το αντίστροφο. Δηλαδή η ανάλυση των συνθηκών να υπαγορεύει τον τελικό στόχο. Μια τέτοια τοποθέτηση μπορεί να βοηθήσει στο ξεδίπλωμα της δυναμικής που εμπεριέχεται σε μια εποχή για την αλλαγή της, ενώ το αντίστροφο οδηγεί στη διαιώνιση των υπαρχουσών συνθηκών. Επιπλέον τα ρεύματα δημιουργούνται και συγκροτούνται πάνω σε θετικά προτάγματα. Η ελκτική τους ικανότητα αλλά και η αποτελεσματικότητα της αντιπαράθεσής τους με τον αντίπαλο κρίνεται σε αυτό.

Έτσι και στη συγκεκριμένη περίπτωση πρέπει να δούμε την επικαιρότητα του στόχου του Ενιαίου σχολείου με όρους αναγκαιότητας, δυνατότητας, ιστορικής εμπειρίας και διαμόρφωσης του υποκειμένου που θα παλέψει για την υλοποίησή του.

Εξ αρχής δεν μιλάμε για μια ουτοπία που βασίζεται στην επιθυμία μας αλλά για ένα στόχο αναγκαίο και υλικό που μπορεί να συμβάλλει στην πάλη για έναν καλύτερο κόσμο.

«Η σημερινή πρόταση για το Ενιαίο 12χρονο δημόσιο και δωρεάν Σχολείο, μπορεί να αποτελέσει κόμβο ενός σύγχρονου αντικαπιταλιστικού προγράμματος. Αφενός μεν γιατί μπορεί ως διεκδικητικός στόχος να γίνει λαϊκά κατανοητός και αποδεκτός στον παρόντα χρόνο και αφετέρου να αποτελέσει δρόμο αντικαπιταλιστικής συνειδητοποίησης και ρήξης με το καπιταλιστικό οικονομικό και κοινωνικό περίβλημα, που αναιρεί και ακυρώνει τη δίκαιη και αναγκαία αυτή διεκδίκηση», γράφει ο εκπαιδευτικός Θοδωρής Βουρεκάς στο 1ο τεύχος του Σελιδοδείκτη. Και συνεχίζει:

Το Ενιαίο Σχολείο είναι και μπορεί σήμερα να καταγραφεί στη λαϊκή συνείδηση ως αναγκαία και δίκαιη μορφωτική και κοινωνική διεκδίκηση, μέσα από μια ανατρεπτική πολιτική εκπαιδευτική δράση .

Με το στρατηγικό βάθος που έχει το αίτημα του Ενιαίου 12χρονου Σχολείου μπορεί να φωτίσει και να προσανατολίσει σε ανατρεπτική κατεύθυνση τις σημερινές μας εκπαιδευτικές παρεμβάσεις, καθώς και το σύνολο της δράσης και της τακτικής μας. Μπορεί ακόμα να μας προσφέρει την αναγκαία αντικαπιταλιστική όραση για όσα από σήμερα μπορούμε να κάνουμε, τόσο στο επίπεδο των άμεσων διεκδικήσεών μας, όσο και στο πεδίο της συλλογικά οργανωμένης παρέμβασής μας στις ίδιες τις λειτουργίες του σημερινού σχολείου. Παράδειγμα τέτοιας παρέμβασης, με επίγνωση των αντιφατικών όψεων της εκπαιδευτικής διαδικασίας, μπορεί να είναι το συλλογικά οργανωμένο εγχείρημα της κριτικής-ταξικής αναθεώρησης της παρεχόμενης σχολικής γνώσης, όπως αυτή οργανώνεται από τα αναλυτικά προγράμματα, τα βιβλία τις κυρίαρχες διδακτικές και παιδαγωγικές πρακτικές, που στον πυρήνα τους έχουν τον κατακερματισμό της γνώσης, την απομόνωση, τον ατομισμό και εντέλει τις κατανεμητικές και ιδεολογικές λειτουργίες της εκπαίδευσης. Ένα ακόμη παράδειγμα είναι πως μπορούμε συλλογικά και σχεδιασμένα, παρά τα μεγάλα εμπόδια που θα υψωθούν, να μετατοπίζουμε το κέντρο της διδακτικής πράξης σε εκείνα τα προβλήματα που κάθε φορά θεωρούμε κρίσιμα κοινωνικά, αλλά και πολιτικά με την ευρεία έννοια..

Η διεκδίκηση του Ενιαίου 12χρονου Σχολείου, αποκτώντας λαϊκή απήχηση και δυναμική, μπορεί να προκαλέσει πολλαπλασιασμένη κοινωνική πίεση προς τους κυρίαρχους κύκλους, λόγω ακριβώς του στρατηγικού κι επομένως ανατρεπτικού του φορτίου. Είναι επομένως σε θέση να αποσπάσει ευρύτερες και ουσιαστικότερες εκπαιδευτικές και μορφωτικές κατακτήσεις για την κοινωνική πλειοψηφία, έχοντας πάντα υπόψη τον εύθραυστο και ανολοκλήρωτο χαρακτήρα τέτοιων κατακτήσεων εντός του αστικού πλαισίου.

Είναι αναγκαία μια τέτοια συζήτηση σήμερα πλατιά, στην καθημερινότητα κι όχι μόνο από «ειδικούς» στα πάνελ των Συνεδρίων, αν θέλουμε να νικήσουμε σε μια αποτελεσματική αντιπαράθεση με την καπιταλιστική βαρβαρότητα

Πρώτα από όλα είναι αναγκαία μια τέτοια συζήτηση και αντιπαράθεση τόσο με την πολιτική όσο και με τα κυρίαρχα δόγματα της αστικής ιδεολογίας, που θέλουν η ιστορία να τελειώνει σε κάποια εκδοχή καπιταλιστικού κοινωνικού συστήματος και η αντίστοιχη εκπαίδευση να προετοιμάζεται για, και να προετοιμάζει τις, αλλαγές στο οικονομικό πεδίο και στην αγορά προς όφελος των κερδών του κεφαλαίου και στην ιδεολογία για την εξασφάλιση της κυριαρχίας του.

Πως διαμορφώνεται η κατάσταση

Η κοινωνία θεωρείται ως άθροισμα ξεχωριστών ατόμων ιδιωτών, ικανών και ανίκανων άρα με φυσική τάση προς τον ανταγωνισμό, που εξασφαλίζει την σειρά προτεραιότητας στην τυχόν κοινωνική ανέλιξη. Ο ατομικισμός και ο ανταγωνισμός θεωρούνται η πεμπτουσία της ελευθερίας του ατόμου και μοιραία κάποιοι/ες, ως παράπλευρες απώλειες, οδηγούνται στην περιθωριοποίηση. Σε αυτούς πρέπει να εξασφαλίσουμε τα μινιμουν επιβίωσης για λόγους κοινωνικής συνοχής. Σε αυτό το πλαίσιο η τωρινή εκπαίδευση είναι «αναχρονιστική» κατά την κυρίαρχη άποψη, γιατί δεν κουμπώνει ακριβώς στην αγορά και τις απαιτούμενες δεξιότητες και είναι «μαζική και εξισωτική». Η αντιδραστική, καπιταλιστική αναδιάρθρωση ΕΕ, ΟΟΣΑ κλπ που σαρώνει αυτή την περίοδο όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης έχει περάσει από τη σύνδεση στην πλήρη υπαγωγή της εκπαίδευσης στις ανάγκες του κεφαλαίου. Είναι χαρακτηριστικό πώς αξιοποιήθηκε η περίοδος της πανδημίας για την ενίσχυση του κεφαλαίου στον ψηφιακό τομέα και η συζήτηση περί της τεχνητής νοημοσύνης ΑΙ και διάφορων τεχνικών μάθησης. Στόχος τους είναι να συνεχίσει η εκπαίδευση να είναι μαζική αλλά σε πολυδιασπασμένο τοπίο, συνιστώντας έναν ενιαίο χώρο – δεξαμενή εργατικής δύναμης που θα αντλεί το κεφάλαιο το υλικό του, με όποιες προδιαγραφές χρειάζεται κάθε φορά. Αυτό υλοποιείται μέσα από πολλές κατακερματισμένες δομές διάφορων επιπέδων δεξιοτήτων, δημόσιες και ιδιωτικές (μεταγυμνασιακές σχολές κατάρτισης, τεχνική εκπαίδευση, δομές δια βίου, τεχνική και γενική εκπαίδευση, ΙΕΚ, πρότυπα και σχολεία της γειτονιάς, αξιολογημένα σχολεία κατηγοριών, Τράπεζα θεμάτων στην προοπτική της, ιδιωτικοποιημένοι τομείς, διαφόρων επιπέδων ανώτερες και ανώτατες σπουδές κοκ .) Στόχος τους είναι να μετατρέψουν το σύνολο των ανθρώπινων ιδιοτήτων σε αγορά και εμπορεύματα. Ταυτόχρονα το πολυδιασπασμένο τοπίο της εκπαίδευσης πρέπει όσο το δυνατόν λιγότερο να αφήνει περιθώρια κριτικής, ιστορικής θεώρησης, καλλιέργειας ηθικής ή κοινωνικών, συλλογικών – πολιτιστικών αξιών, άρα η αστική πολιτική οφείλει να το αποστραγγίσει από οποιοδήποτε αντικείμενο (κοινωνικές επιστήμες, ιστορία, φιλοσοφία, τέχνη κλπ) που θα ευνοούσε κάτι τέτοιο.

Στην παραπάνω κατεύθυνση συντελούνται επιθετικά από το κεφάλαιο και τις αστικές κυβερνήσεις αντιδραστικές, αναδιαρθρώσεις που σαρώνουν παγκόσμια τα εκπαιδευτικά συστήματα. Ταυτόχρονα βαθιές αλλαγές συντελούνται στην καπιταλιστική οικονομία, με το μετασχηματισμό της παραγωγικής βάσης (εκτίναξη ψηφιακών υπηρεσιών και βιομηχανιών, «πράσινη μετάβαση»), τη συγκέντρωση ιδιοκτησίας και την καθολική επέκταση σε βάρος της εργασίας και της φύσης, καθώς και μετασχηματισμοί των κρατών για να στηρίξουν την καπιταλιστική κερδοφορία, οι πόλεμοι για το ξαναμοίρασμα του κόσμου. Όλα στο όνομα της ανατροπής της συστημικής κρίσης. Πρόκειται για τομές ιστορικού χαρακτήρα, που δεν αποτελούν απλώς μια αντιδημοκρατική παρέκκλιση ή τη «λανθασμένη γραμμή» κάποιων πολιτικών κύκλων, αλλά απορρέουν από αντικειμενικές αλλαγές στην βάση του σύγχρονου καπιταλισμού, ο οποίος απαιτεί συνεχή επέκταση και δεν έχει περιθώρια για «ταξικούς συμβιβασμούς».

Το μέγεθος της αντιδραστικής επίθεσης του κεφαλαίου, ο καπιταλισμός της καταστροφής και της βαρβαρότητας απαιτεί τον αντίστοιχο αντίπαλο. Αυτός δεν μπορεί να συγκροτείται αν δεν αμφισβητεί τον πυρήνα των επιδιώξεων της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης, από τη σκοπιά ενός άλλου οράματος και προοπτικής για την κοινωνία. Αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη γι’ αυτό είναι η αντίσταση, η επιμονή σε μαζικούς, αποφασιστικούς μαχητικούς αγώνες, με επιδίωξη να κερδηθεί χρόνος και χώρος, να αναχαιτίζεται ότι είναι δυνατό προς όφελος της μη χειροτέρευσης της ζωής των ανθρώπων. Αλλά η πάλη για την απελευθέρωση της παιδείας και τη χειραφέτηση των ανθρώπων σε μια άλλη κοινωνία είναι ο στόχος που και αυτούς τους αγώνες τους κάνει απειλητικά αποτελεσματικούς αλλά και δρόμους χειραφέτησης των εργαζόμενων για να προσεγγίσουμε το αναγκαίο μέλλον.

Όχι προσαρμογή σε ότι μας βάζει ο αντίπαλος για να μας κρατά δέσμιους των προτεραιοτήτων του αλλά τοποθέτηση των δικών μας προτεραιοτήτων και συγκρότηση δυνάμεων που θα μπορούν για αυτές να αντιστέκονται και να νικούν τον αντίπαλο – αυτό υποστηρίζουμε



Είναι αναγκαία η δράση για αυτό το στόχο σήμερα γιατί οι δυνατότητες της εποχής το επιτρέπουν. Είναι δυνατό και αναγκαίο σήμερα η νέα γενιά να έχει περισσότερο ελεύθερο χρόνο, να μορφώνεται και να καλλιεργείται ενώ το εμπορευματοποιημένο σχολείο θέλει να παράγει χρήσιμους σκλάβους

Η εφαρμογή της επιστήμης στην άμεση παραγωγή έχει οδηγήσει τις τελευταίες δεκαετίες σε κατακόρυφη αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας. Είναι γνωστά πολλά παραδείγματα που δείχνουν το χρόνο που μπορεί αυτή η εξέλιξη να απελευθερώσει. Ένας μέσος εργαζόμενος στις ΗΠΑ μπορεί να παράγει μέσα σε 11 ώρες όσα προϊόντα παράγονταν το 1950 σε 40 ώρες. Επιπλέον, οι σύγχρονες επιστημονικές εφαρμογές στην παραγωγή (αυτοματοποιημένες διαδικασίες, «έξυπνες μηχανές», ψηφιακές εφαρμογές κ.λπ.) εντείνουν τη δυσαναλογία ανάμεσα στην απαιτούμενη εργασία και «τη δύναμη της παραγωγικής διαδικασίας που η εργασία επιβλέπει». Αποκαλύπτεται η δυνατότητα να αμφισβητηθεί η «μίζερη βάση» του καπιταλισμού, που στηρίζεται στην ιδιοποίηση ξένου εργάσιμου χρόνου και να αυξηθεί κατά πολύ ο διαθέσιμος χρόνος των ατόμων και της κοινωνίας, για ελεύθερη δημιουργική δραστηριότητα, που θα πάρει τη θέση της καταναγκαστικής εργασίας. Σε αυτές τις συνθήκες η ολόπλευρη εκπαίδευση των νέων μέχρι τα 18 τους χρόνια είναι πέρα για πέρα δυνατή εκτός από αναγκαία. Και φυσικά επικίνδυνη για τα σχέδια της κυρίαρχης εξουσίας.

Αντί αυτού οι εργαζόμενοι δουλεύουν περισσότερες ώρες, «σκλάβοι της ελεύθερης αγοράς», με πλήρη αποξένωση από το προϊόν της εργασίας τους και αδυναμία της τεράστιας πλειοψηφίας στην κάλυψη βασικών αναγκών τους, ενώ η ανεργία καλπάζει και τα όρια συνταξιοδότησης εκλείπουν. Η εκπαίδευση γίνεται «πεδίο νεκρού χρόνου» όπου απονεκρώνεται κάθε δημιουργικότητα και αμφισβήτηση την ίδια στιγμή που καθίσταται πεδίο παραγωγής του τύπου εργαζόμενων που απαιτεί το κεφάλαιο.

Στην εποχή μας αναπτύσσεται ο επιστημονικός χαρακτήρας της εργασίας και της παραγωγής. Εμφανίζεται η δυνατότητα υπέρβασης της διάκρισης διανοητικής – χειρωνακτικής εργασίας, του ταξικού καταμερισμού εργασίας αλλά και δυνατότητα οριζόντιας, πολύπλευρης, πολυτεχνικής και ανθρωπιστικής εκπαίδευσης για όλους. Την ίδια στιγμή βαθαίνει η μερικότητα, η μισή ειδίκευση και κατάρτιση, απογειώνονται οι ταξικοί φραγμοί. Ο διαχωρισμός γενικής και τεχνικής εκπαίδευσης τείνει να γίνει καθολικός. Η εκμετάλλευση των επιτευγμάτων της επιστήμης ενάντια στους εργαζόμενους μετατρέπει την επιστήμη σε εχθρική δύναμη απέναντι στην εργασία, σε μια δύναμη που την εξουσιάζει χωρίς προηγούμενο.

Η ίδια η γνώση και η επιστήμη δεν μπορεί να αναπτυχθεί σε συνθήκες αποθησαυρισμού, ιδιωτικής ιδιοκτησίας και πατεντών, αφού προϋποθέτει το πλήρη και δημιουργικό διαμοιρασμό των ιδεών.

Με τα παραπάνω παραδείγματα θέλουμε να δείξουμε ότι υπάρχουν δυνατότητες που όχι απλά μένουν ανεκμετάλευτες αλλά διαστρέφονται από τον καπιταλισμό.

Τέλος, η δυνατότητα υλοποίησης του ενιαίου σχολείου προκύπτει από τη μελέτη της ίδιας της ιστορικής εμπειρίας των αντίστοιχων πειραμάτων, από τις πρώτες ημέρες της Οκτωβριανής επανάστασης μέχρι τις εφαρμογές και τις διαστρεβλώσεις τους στο δυτικό κόσμο , από την ελληνική εμπειρία της εκπαίδευσης στην ελληνική αντίσταση κλπ (αναλυτικά αναφερόμαστε σε πολλά τεύχη του Σελιδοδείκτη (1ο, 5ο, 6ο ), 1ο τεύχος: Σκαλίζοντας την εμπειρία απελευθερωτικών εγχειρημάτων στην εκπαίδευση, «Μόρφωση και Εκπαίδευση τα πρώτα χρόνια μετά την επανάσταση του Οκτώβρη 1917, στην Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Σοβιετική Δημοκρατία της Ρωσίας, (Οκτώβρης 1917 – Μάρτης 1920)», Γ Γρόλλιος – «ΤΟ ΕΝΙΑΙΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΣΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ : Από τη μεταπολεμική σοσιαλδημοκρατική συναίνεση στη νεοφιλελεύθερη αποδόμηση», Χ. Ρέππας – «Ξαναπιάνοντας το μίτο από την αρχή: Το σχέδιο για μια Λαϊκή παιδεία 1944», Π. Σάμιος)

Η ιστορία της εκπαίδευσης συνηγορεί στη διατύπωση και την πάλη για το στόχο του ενιαίου σχολείου



Ακόμη πιο ειδικά:

Είναι αναγκαία και επείγουσα η συζήτηση και η πράξη για το περιεχόμενο μιας άλλης εκπαίδευσης σήμερα, στην παιδαγωγική σχέση και στη διδασκαλία, ως αντίπαλο παράδειγμα στην υπάρχουσα κρίση του σχολείου

Η τυποποίηση και ο κατακερματισμός κυριαρχούν ως στοιχείο ελέγχου της εκπαίδευσης. Οι συνεχείς εξεταστικές διαδικασίες, το κυνήγι της «αποτελεσματικότητας και της μέτρησης», τα εμπορευματοποιημένα προγράμματα, η τυποποιημένη αξιολόγηση μαθητών και η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και των σχολείων επιχειρούν να περιορίσουν ακόμη περισσότερο τη δυνατότητα του εκπαιδευτικού και του μαθητή να αναπτύξουν γνωστικά περιεχόμενα. Είναι γνωστή η έκφραση πολλών μαθητών μας, «το σχολείο είναι για να πάρεις ένα χαρτί, με μόνη αξία το άνοιγμα για την επόμενη πίστα». Οι ψηφιακοί φερετζέδες, που κατακλύζουν την εκπαιδευτική πολιτική ειδικά μετά των πανδημία με διάφορα ευφάνταστα ονόματα αντεστραμμένη μάθηση κλπ, αποστεώνουν την ήδη διαρρηγμένη εκπαιδευτική σχέση. Επικρατούν τα τεχνοκρατικά, ατομικιστικά μοντέλα των άξιων επιστημόνων που συντονίζονται με την εξουσία και τις επιλογές της ή τα ανορθολογικά, θεοκρατικά πρότυπα της απαξίωσης τούτου του κόσμου και της υπομονής ή τα χαώδη υλικά σκόρπιων πληροφοριών, δεξιοτήτων και καταρτίσεων. Όλα αυτά πλάι στις αξίες της πειθαρχίας, της αριστείας, της επιτυχίας ενός άκρατου ανταγωνισμού και ατομισμού, της φυσικοποίησης των κοινωνικών ανισοτήτων, «δεν παίρνει τα γράμματα», για τους μαθητές. Η λογική του κυνηγητού των προσόντων, της επίδειξης πρότυπου μαθήματος για τον αξιολογητή, ο ανταγωνισμός, η γραφειοκρατία, η κούραση και η παραίτηση των εκπαιδευτικών από την αλλαγή της καθημερινότητας του σχολείου είναι η άλλη όψη. Όλα τα παραπάνω βαθαίνουν την κρίση του σημερινού σχολείου. Είναι αναγκαία όσο ποτέ η αναζωογόνηση εστιών αντίστασης και έμπνευσης σε μαθητές και εκπαιδευτικούς, μέσα από τη συζήτηση και την αναζήτηση ενός άλλου σχολείου, μιας παιδείας απελευθέρωσης.

Δεν μπορούμε να συμβάλλουμε αλλιώς στην αντιμετώπιση της έξαρση της βίας και τα ακροδεξιά ή άλλα μορφώματα που εμφανίζονται όλο και πιο αμείλικτα στο έδαφος της καπιταλιστικής κρίσης αλλά και την καλά κρυμμένη βία που τα τροφοδοτεί

Αν θέλουμε να αντικρύσουμε το τέρας της βίας κατάματα ας σκεφτούμε βαθιά κι ας μιλήσουμε καθαρά. Πρόκειται για ένα φαινόμενο, που δεν υπογραμμίζει την προβληματικότητα των παιδιών αλλά την προσαρμοστικότητά τους. Την επιδίωξή τους δηλαδή να γίνουν ικανά να ανταποκριθούν και να επιβιώσουν σε μια όλο και πιο βίαιη κοινωνία, σε ένα ανταγωνιστικό σχολείο απόρριψης, ενός όλο και πιο βάρβαρου συστήματος.

Ένα νέο παιδί είναι ένα σύνολο δυνατοτήτων που αναζητούν χώρο και χρόνο να αναπτυχθούν ώστε να επιβεβαιώσει την ύπαρξή του και να ξεχωρίσει υπογραμμίζοντας τη δική του μοναδικότητα και αξία. Ο ελεύθερος χώρος και χρόνος όπου παλιότερα ένα παιδί δοκίμαζε τα όριά του και εντός του σχολείου, εξασφάλιζε την αποδοχή και καλλιεργούσε τα συναισθήματα και την κοινωνικότητά του στις καρδιές του άλλου φύλου και στα μάτια των φίλων του, έχουν καταλυθεί προ πολλού. Έχουν αποικισθεί από καταναλωτισμό και εμπορευματοποιημένη δήθεν δημιουργικότητα, ευρωπαϊκών ή άλλων προγραμμάτων, πληρωμένων δραστηριοτήτων και από εικονικές, δήθεν επαφές.

Το σχολείο, απαξιωμένο από τις κυρίαρχες αστικές πολιτικές, μυρίζει ναφθαλίνη, αποπνέει πνευματική και υλική φτώχεια, πολιτιστική κενότητα, τυποποίηση και ειδικές, περιχαρακωμένες και προβεβλημένες οάσεις καινοτόμων προγραμμάτων για λίγους ή εκτός σχολείου. Οι εντατικές εξετάσεις, η αξιολογική χειραγώγηση και οι ψηφιακές κορδέλες αντί να το αναβαθμίζουν ως απαραίτητο – όπως περιμένουν πολλοί- το υποβαθμίζουν ακόμη περισσότερο ως καταναγκαστικό. Η κοινωνιολογία αλλά και οι πλευρές άλλων μαθημάτων που εξηγούν και αναπτύσσουν τη σκέψη είναι «εκτός ύλης». Οι τέχνες, το παιχνίδι και οι μουσικές, η ανάπτυξη των αισθημάτων και του σώματος δεν είναι «βασικά» μαθήματα. Η τεχνική ξεκομμένη ως κατάρτιση βίδας Πώς καλλιεργείται και καταξιώνεται ένα παιδί μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον; Τί απ’ όλα αυτά μπορεί να το γοητεύσει και να το εμπνεύσει, ώστε να μην επιλέξει τη δύναμη της επιβολής στον άλλο, που κυριαρχεί;

Εκτός από την κορυφή του παγόβουνου, αυτούς δηλαδή που εξωτερικεύουν τη βαρβαρότητα, υπάρχει κάτι πιο καλά κρυμμένο και ανυπόφορα βίαιο. Το κομμάτι κάποιων «αρίστων», «ήσυχων» παιδιών της σχολικής αίθουσας. Που έχουν εσωτερικεύσει τόνους βίας προκειμένου να γίνουν πρώτοι και να πετύχουν. Ανταγωνισμός, ατομισμός, υπόκλιση στην εξουσία, καταστροφή της σκέψης και όσων αισθήσεων απειθαρχούν. Ασφυξία σε ένα ρόλο που συχνά εκρήγνυται και αντιμετωπίζει τα απορημένα σχόλια κάποιων ανυποψίαστων: «μα αυτός ήταν καλό παιδί»…

Πάνω σε όλα αυτά και ως επιστέγασμα της καπιταλιστικής βαρβαρότητας που εκπαιδεύει τους μελλοντικούς υπηκόους της, επικάθεται η μεγαλύτερη πράξη βίας. Η εκτέλεση των προσδοκιών των νέων ανθρώπων για ένα καλύτερο κόσμο, μέσα στον οποίο θα πραγματώσουν την ανθρώπινη ουσία τους. Η έλλειψη προοπτικής. Αν δεν υπάρχει ένας ομορφότερος κόσμος που να μας εμπεριέχει όλους και όλες, που να αξίζει κανείς να παλέψει για αυτόν με τους υπόλοιπους ανθρώπους, τότε οι «άλλοι» από ευλογία για την ανθρώπινη ανάπτυξη γίνονται απειλή ή εμπόδιο που πρέπει βίαια να παραμεριστεί.

Πώς να τα αντιπαλέψουμε όλα αυτά αν δεν μιλήσουμε και δεν δράσουμε λοιπόν για ένα άλλο σχολείο, της απελευθέρωσης όπου θα έχουν θέση όλα τα εξορισμένα;

Είναι αναγκαία αυτή η συζήτηση για τη νεολαία που ριζοσπαστικοποιείται ενώ βρίσκεται στην κόψη των καιρών μεταξύ πολέμου, ατομικισμού και φασισμού – για ένα όραμα να αντισταθεί

Είναι αναγκαίο για εμάς τους εκπαιδευτικούς

Η αγωνιώδης συλλογή προσόντων για δουλειά επισφαλή, η άσκηση ποικίλων μορφών βίας, η στέρηση ή η απειλή στέρησης μέσων επιβίωσης, η εργασιακή επισφάλεια, ο γραφειοκρατικός έλεγχος, ο ανταγωνισμός, το επαγγελματικό άγχος, υπονομεύουν το εκπαιδευτικό έργο. Καταστρέφουν τις διανοητικές δυνάμεις, την προσωπικότητα των εκπαιδευτικών, ενώ καλλιεργούν τον κομφορμισμό και την τυπολατρία.

Στον αντίποδα βρίσκεται το μαχητικό, ριζοσπαστικό, αντικαπιταλιστικό, αγωνιστικό κομμάτι της εκπαίδευσης (ελληνική παρατυπία το μέγεθός του σε δίσεκτους καιρούς), που συνεχίζει να ακτινοβολεί τη δυνατότητα ενός καλύτερου κόσμου. Αυτό το κομμάτι έχει ακόμη μεγαλύτερη ανάγκη τη συζήτηση για μια παιδεία της απελευθέρωσης σε ένα άλλο σχολείο, σε μια άλλη κοινωνία.

«Το να διδάσκει κανείς δημιουργικά γνώσεις και εν γένει τα πολιτιστικά επιτεύγματα της ανθρωπότητας προϋποθέτει ένα βαθύ ενδιαφέρον για την ίδια την ανθρωπότητα, την κατάστασή της και τις προοπτικές της. Και δεν υπάρχει περισσότερο αυθεντικός τρόπος για να καλλιεργηθεί και να εκδηλωθεί αυτό το ενδιαφέρον παρά διαμέσου της συνεπούς συνεχούς προσπάθειας και του αγώνα για την απελευθέρωση της ανθρωπότητας από όλες τις σχέσεις εκμετάλλευσης και καταπίεσης, για τη δημιουργία μιας κοινωνίας συντροφικότητας και αλληλεγγύης». (Π. Παυλίδης, βιβλίο «Το έργο των εκπαιδευτικών στην κοινωνία της γνώσης», 2022)

Επιλογικά

Θεωρούμε ότι τελικά ο στόχος του Ενιαίου Σχολείου είναι αναγκαίος, δυνατός και με ιστορική συνέχεια και τεκμηρίωση, σε στοιχεία που βρίσκονται παντού γύρω μας και μπορούν να αποκαλύπτονται σε κοινή θέα μέσα από την ιδεολογική πολιτική διαπάλη. Αυτό που επείγει είναι οι ριζοσπαστικές πτέρυγες, στο εργατικό, εκπαιδευτικό και νεολαιίστικο κίνημα να συνειδητοποιήσουν την προτεραιότητα του και στο σήμερα και να ανιχνεύσουν τους δρόμους διεκδίκησής του.

Ας ξεκινήσουμε αυτή την συζήτηση.

Όχι προσχηματικά τοποθετώντας το στόχο του ενιαίου σχολείου αλλά μετά … την κοινωνική αλλαγή, στο όνομα να μην δημιουργούνται αυταπάτες ότι μπορεί να υπάρξουν λύσεις εντός καπιταλισμού. Πρόκειται για μια λογική που εξορίζει το στόχο μιας άλλης εκπαίδευσης από το σήμερα ως απόρροια της εκτίμησης ότι δεν υπάρχουν οι όροι για ανατροπή του υπάρχοντος κοινωνικο-πολιτικού σχηματισμού. Έτσι όμως δε συμβάλλει στη διαμόρφωση αυτών των όρων. Σίγουρα «οι καταπιεζόμενοι για να ξεπεράσουν την καταπιεστική τους κατάσταση πρέπει πρώτα να συνειδητοποιήσουν κριτικά τις αιτίες της» (Φρειρε) αλλά δεν αρκεί αυτό. Όταν πεινάς δεν αρκεί να καταλάβεις τις αιτίες της πείνας και τον ένοχο. Πρέπει να φέρεις στον ορίζοντα των άμεσων προτεραιοτήτων σου το να πάρεις την τροφή από αυτούς που την κατέχουν και την ιδιοποιούνται.

Όχι ως φυγή στην ιδεολογία αλλά ως όρο για ρωγμές στην αντιδραστική πολιτική σήμερα και στο άνοιγμα δρόμων προς το μέλλον.

Δεν πρέπει να φοβηθούμε τους υπαρκτούς κινδύνους της καλλιέργειας αυταπατών, εξωραϊσμού, ενσωμάτωσης και εντέλει αναίρεσης, που γνώρισε ιστορικά η ιδέα του ενιαίου σχολείου. Να πάρουμε υπόψη την πλούσια αρνητική και θετική εμπειρία. Να αντιπαρατεθούμε στα ίσα με τις βασικές αιτίες νόθευσης και αναίρεσης του Ενιαίου Σχολείου, που εδράζονται στο κοινωνικό καπιταλιστικό περιβάλλον.

Το ότι οι κοινωνικοί – πολιτικοί συσχετισμοί είναι δύσκολοι, ότι υπάρχει σχετική ηγεμονία των διάφορων ιδεολογημάτων του ανταγωνισμού, της αποπολιτικοποίησης, ο ανορθολογισμός και ο τεχνοκρατισμός, το ότι εντείνονται η αδιαφορία, ο διαδικτυακός μοναχισμός αλλά και ο ατομικισμός, η βία, η αναβίωση ακροδεξιών και φασιστικών αντιλήψεων καθώς και τα διάφορα «ΤΙΝΑ» που καθηλώνουν την κοινωνική συνείδηση, είναι διαπιστώσεις που δεν πρέπει να μας οδηγήσουν στην παραίτηση από το στόχο αλλά στην αναζήτηση των δρόμων και των τρόπων προσέγγισής του.

Η διέξοδος απέναντι σε έναν αδηφάγο καπιταλισμό που τα αντικρύζει όλα ως πεδία κερδοφορίας προκειμένου να αντιμετωπίσει την κρίση του, που είναι πια κίνδυνος για την ανθρωπότητα και τη φύση, δεν είναι να διαπραγματευόμαστε συνεχώς λιγότερα μετατρέποντας τη ζωή μας σε αγώνα επιβίωσης. Αλλά να προετοιμαστούμε και να προετοιμάσουμε τη νέα γενιά να κατανοήσει τις αιτίες και να διεκδικήσει μαζί με το εργατικό κίνημα, τον τεράστιο πλούτο της ανθρωπότητας υλικό, μορφωτικό, πολιτιστικό, αισθητικό μέσα από ένα σχολείο που της αξίζει.

« Δε σας αξίζει ο χορός του μικρότερου κακού. Αυτό είναι το σημειωτόν του φόβου» γράφει ο ποιητής Κίμωνας Ρηγόπουλος, στην εφημερίδα ΠΡΙΝ. Και συνεχίζει:

«Δεν σας αξίζει το «κοίταζε τη δουλειά σου» τώρα που η εργασία έγινε πια μια υπόθεση εργασίας.

Δεν σας αξίζει το σκοροφαγωμένο κοστούμι τού «υπάρχουν και χειρότερα». Αυτό το και μη χειρότερα είναι η τιμωρία των μαθητών και πρέπει να το γράψουνε τόσες φορές στο τετράδιό τους όσες χρειάζονται για τον ευνουχισμό τους.
Δεν είναι κακή η μουσική δωματίου. Μια μικρή ορχήστρα. Ένα πιάνο, δυο βιολιά, ένα βιολοντσέλο… το μικρό είναι ωραίο στην τέχνη. Αλλά να την ακούς με ανοιχτά παράθυρα. Και να αρχίζεις να συνθέτεις θούριους. Να τους συλλαβίζεις, να βρίσκεις το σκοπό τους και να τους τραγουδάς. Όχι σαν παραμιλητό απόκοσμο γιατί το παράθυρο είναι ανοιχτό και όλο και κάποιος περνάει απέξω. Με πίστη να τους τραγουδάς γιατί η πίστη είναι μεταδοτική σαν το γέλιο όταν το εννοείς».

Γιώτα Ιωαννίδου, εκπαιδευτικός

ομιλία στο 4ο Πανελλήνιο Συνέδριο Κριτικής Εκπαίδευσης


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου